Τη στιγμή της φονικής έκρηξης της 4ης Αυγούστου 2020 στη Βηρυτό, που άφησε πίσω της μια πόλη να θρηνεί πάνω στα συντρίμμια τους νεκρούς της, η Αννούλα Αρμάου βάδιζε προς την κουζίνα του σπιτιού της έχοντας μόλις ολοκληρώσει το ραντεβού με μια πελάτισσά της.
Στα 74 χρόνια της, εξασφαλίζει τα προς το ζην ως μανικιουρίστ. Ή τουλάχιστον αυτό έκανε ώς τη στιγμή που άρχισαν να εκτοξεύονται τα πάντα γύρω της, στερώντας της το ένα της μάτι.
Η Αννούλα Αρμάου είναι μέλος της ευάριθμης ελληνικής κοινότητας Βηρυτού, η συρρίκνωση της οποίας μοιάζει να επιταχύνθηκε μετά την έκρηξη, με αρκετούς να σκέφτονται τη μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και άλλους να προσπαθούν να επιδιορθώσουν τις μεγάλες ζημιές που υπέστησαν εμβληματικά κτίρια, όπως η Ελληνική Λέσχη, προκειμένου να μη σβήσει το έντονο ελληνικό χρώμα στην περιοχή που βρίσκεται σε κοντινή απόσταση από το λιμάνι, από το οποίο και ξεκίνησε η καταστροφή.
Το σπίτι της Αννούλας Αρμάου απέχει μόλις μισό χιλιόμετρο από το λιμάνι και ήταν απ’ αυτά που υπέστησαν σοβαρές ζημιές.
«Όλοι έλεγαν “το ελληνικό σπίτι”. Είχα πιάτα στα ντουβάρια, είχα εικόνες. Όλα έφυγαν…», εξιστορεί η 74χρονη, κεντρική φιγούρα στο μικρού μήκους ντοκιμαντέρ «Το ζεϊμπέκικο της Βηρυτού», που γύρισε αμέσως μετά την έκρηξη ο Λιβανέζος (με ελληνικές ρίζες) δημοσιογράφος Τζορτζ Ιντ.
Η Αννούλα Αρμάου είναι η μόνη από την οικογένειά της που μένει στον Λίβανο και δεν είχε σκεφτεί ποτέ στο παρελθόν να το εγκαταλείψει.
Τα αδέλφια της είναι μακριά, ο ένας στην Αυστραλία κι ο άλλος στην Ελλάδα, όμως γι’ αυτήν «ο Λίβανος ήταν ένα μικρό Παρίσι», γι’ αυτό κι έμεινε, όπως λέει.
«Τώρα, η καταστροφή είναι μεγάλη. Δεν πιστεύω ότι θα έχουμε πλέον μια ωραία ζωή εδώ», τονίζει και δεν κρύβει τον φόβο της για το μέλλον της χώρας. «Φοβάμαι, επειδή εδώ δεν είναι το κεφάλι σου ήσυχο. Κοιμάσαι και δεν ξέρεις αν θα ξυπνήσεις.
Δεν ξέρεις τι ξαφνικά θα γίνει», εξηγεί και εξομολογείται πως κι αυτή, όπως πολλοί άλλοι Έλληνες του Λιβάνου, ζει με το δίλημμα να μείνει ή να φύγει, με τη δεύτερη προοπτική να μοιάζει αναπόφευκτη μετά όσα συνέβησαν.
Με «Το ζεϊμπέκικο της Βηρυτού» ο Τζορτζ Ιντ, ο οποίος πριν από μερικά χρόνια μας είχε μυήσει στην ιστορία των Ελλήνων του Λιβάνου με το ντοκιμαντέρ του «Kalimera Men Beirut/Καλημέρα από τη Βηρυτό», θέλει να διασώσει τη μνήμη απ’ ό,τι απέμεινε από την ελληνική κοινότητα μετά την έκρηξη, όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Μέσα από τους πεσμένους σοβάδες και τα κατεστραμμένα έπιπλα στις αίθουσες της Ελληνικής Λέσχης που κάποτε έσφυζαν από ζωή, προσπαθεί να φέρει στη μνήμη της την εικόνα του πατέρα της να χορεύει συρτάκι και βουρκώνει με τις αναμνήσεις του παρελθόντος.
«Αποφάσισα να κάνω αυτό το ντοκιμαντέρ γιατί μετά την 4η Αυγούστου ένα μέρος των αναμνήσεών του σε ό,τι αφορά την Ελληνική Κοινότητα της Βηρυτού ισοπεδώθηκε και χάθηκε στα συντρίμμια της έκρηξης.
Το 2017 είχα καταγράψει στο ντοκιμαντέρ μου για τους Έλληνες του Λιβάνου κυρίως τα παλιά κτιριακά συγκροτήματα που σχετίζονταν με την ελληνική κοινότητα καθώς σκεφτόμουν πως έχω ακόμη πολύ χρόνο μπροστά μου για ν’ ασχοληθώ και με τα υπόλοιπα.
Η έκρηξη όμως έφερε τα πάνω- κάτω», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Τζορτζ Ιντ.
Εξηγεί, δε, γιατί επέλεξε το ζεϊμπέκικο για τίτλο στο ντοκιμαντέρ του. «Αν μπορούσα να παρομοιάσω τη Βηρυτό με ένα ελληνικό στοιχείο, αυτό θα ήταν το ζεϊμπέκικο.
Το ζεϊμπέκικο είναι κάπως απρόβλεπτο, όπως και η ζωή στη Βηρυτό.
Δεν έχει κανόνες, όπως και η ζωή στη Βηρυτό. Μια στιγμή είσαι ψηλά και την άλλη στον πάτο», λέει.
Η καταστροφή που άφησε πίσω της η φονική έκρηξη αποτυπώνεται γλαφυρά στα πλάνα από αέρος που «ντύνουν» σημαντικό κομμάτι του μικρού μήκους ντοκιμαντέρ του Τζορτζ Ιντ.
Όμως οι πληγές στις ψυχές των ανθρώπων είναι ακόμη μεγαλύτερες και πολλοί, όπως και ο ίδιος ο Λιβανέζος δημοσιογράφος, επέλεξαν να φύγουν από τη χώρα σε αναζήτηση ενός καλύτερου μέλλοντος.
«Η Βηρυτός», υπογραμμίζει, «δεν είναι η ίδια μετά την έκρηξη.
Πολλοί έμειναν άστεγοι και πολλά σπίτια δεν έχουν καν σκεπή.
Οι επισκευές που έχουν γίνει είναι μηδαμινές μπροστά στην καταστροφή.
Κι επειδή δεν βλέπω, όπως και πολλοί άλλοι, ένα ευοίωνο μέλλον σ’ αυτή τη χώρα που μαστίζεται χρόνια τώρα από προβλήματα, επέλεξα να φύγω στο Ντουμπάι προκειμένου να διασφαλίσω ένα καλύτερο μέλλον για την κόρη μου».
Ο παππούς του, από την πλευρά της μητέρας του, είχε έρθει στη Βηρυτό ως πρόσφυγας από τη Σμύρνη και, όπως τονίζει, έβρισκε πάντα έναν τρόπο να συνδέει ό,τι συνέβαινε γύρω του με την Ελλάδα.
Στη μνήμη του παππού του, που τού έμαθε ν’ αγαπά την Ελλάδα και να …σπάει πιάτα όταν χορεύει ζεϊμπέκικο, ο Τζορτζ Ιντ, σε όποια γωνιά του κόσμου κι αν βρίσκεται θα προσπαθεί να φυτεύει τους δικούς του ελληνικούς «σπόρους».
Όπως, άλλωστε, λέει και στην αρχή του ντοκιμαντέρ του: «Όταν ένας Έλληνας ζει μακριά από την Ελλάδα, όλα μοιάζουν να έχουν ελληνικές ρίζες. Κι αν δεν έχουν, θα βρει έναν τρόπο να δημιουργήσει αυτές τις ρίζες».
Το ντοκιμαντέρ «Το ζεϊμπέκικο της Βηρυτού» (στα ελληνικά με αγγλικούς υπότιτλους) είναι διαθέσιμο για δωρεάν προβολή στο: https://youtu.be/jDrSe_E2jZI, ενώ στόχος του Τζορτζ Ιντ είναι να προβληθεί απ’ όσο το δυνατόν περισσότερους τηλεοπτικούς σταθμούς -πέραν των φεστιβάλ στα οποία σκέφτεται να το «ταξιδέψει»- ώστε να γίνουν κοινωνοί της ιστορίας της ελληνικής κοινότητας Βηρυτού όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ