Της Φένιας Βουδαντά
Γίνεται πλέον κατανοητό ότι δεν είμαστε σε θέση να ελέγξουμε πολλές καταστάσεις τις οποίες μας επιφυλάσσει η ζωή. Μπορεί να επιθυμούμε να πιστεύουμε ότι ασκούμε πλήρη έλεγχο σε οτιδήποτε έρχεται και φεύγει, μα στην πραγματικότητα αυτό που έχουμε είναι μια αίσθηση ελέγχου αλλά κι αυτή –όπως οτιδήποτε υπόκειται στις αισθήσεις μας- μπορεί να πέσει έξω απ’ τα προβλεπόμενα.
Με αφορμή τη σημερινή ημέρα που έχει ανακηρυχθεί ως η Παγκόσμια Ημέρα κατά του Παιδικού Καρκίνου, θα ήθελα να θέσω τον εξής προβληματισμό: Και στην περίπτωση αυτών των παιδιών ποιος είναι αυτός αλήθεια που μπορεί να μας διαβεβαιώσει στο 100% ότι κάποιο παιδί δε θα εισέλθει στη ζοφερή αυτή πραγματικότητα; Οι πιθανότητες που εξάγονται από τη Γενετική είναι αρκετές ώστε να μείνει η ελπίδα ζωντανή; Ποια γονίδια και ποια προδιάθεση μπορούν να πάνε κόντρα στην ελπίδα ενός παιδιού καθώς και του περιβάλλοντός του ότι «δε θα τύχει, εφόσον προσέχουμε, εφόσον έχουμε το νου μας»; Είναι τελικά το γονίδιο αντικειμενικός κριτής για να ορίσει και την εξέλιξη της νόσου και το πώς αυτή μπορεί να βιωθεί;
Η γνώση είναι δύναμη και τα παιδιά αυτά οφείλουν να γνωρίζουν, οφείλουν να περιτριγυρίζονται από ένα υποστηρικτικό περιβάλλον, χάρη στο οποίο θα είναι σε θέση να νοηματοδοτήσουν την κατάσταση αυτή. Η εκλογίκευση αποτελεί μεγάλο κομμάτι για την αποδοχή. Πέρα από το γνωστικό οπλοστάσιο με το οποίο πρέπει να εφοδιαστούν, τα παιδιά χρειάζονται τη συναισθηματική εκείνη υποστήριξη, ώστε να γεμίσουν με θετικές σκέψεις κι αισιοδοξία, μόνο και μόνο έχοντας αντιληφθεί ότι δεν είναι μόνα σε αυτό που περνούν. Όπως όλοι οι άνθρωποι, τα παιδιά χρειάζονται να νιώθουν ότι είναι κάποιος εκεί να τους ακούσει κι απλά να τους χαμογελάσει, δίνοντας το χέρι του και την ενέργειά του. Δε θέλουν βλέμματα κατάκρισης ή απάθειας, αλλά βλέμματα συμπόνιας κι αγάπης.
Είναι ευθύνη αυτού του κόσμου να φροντίσει για την προσαρμογή του παιδιού στο νόσημα καθώς και την όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση και θεραπεία. Είναι ευθύνη αυτού του κόσμου να δώσει πνοή σε αυτές τις ψυχές, χάρη στις οποίες θα οφείλει τη συνέχιση της ύπαρξής του. Είναι ευθύνη του να μπορεί να συναισθάνεται για να μπορεί και να υπάρχει.