Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία απετέλεσε σημείο καμπής κυρίως στην ευρωπαϊκή, αλλά και ευρύτερα, στη διεθνή αρχιτεκτονική ασφαλείας. Δημιούργησε μια νέα πραγματικότητα στο έδαφος. Μια πραγματικότητα, την οποία, πολλοί στην Ευρώπη, πίστευαν ότι είχαν αφήσει πίσω τους, μαζί με τα πάθη και τους πολέμους του 20ού αιώνα.
Επανέφερε στο προσκήνιο έννοιες όπως η παραβίαση της εδαφικής ακεραιότητας, η καταπάτηση της εθνικής κυριαρχίας και βεβαίως του σεβασμού στο Διεθνές Δίκαιο, καθώς και στο Ανθρωπιστικό Δίκαιο. Μαζί της έφερε και άλλους όρους που θα θέλαμε να είχαν ξεχαστεί. Όπως σφαίρες επιρροής, αναθεωρητισμός, αναβίωση αυτοκρατοριών.
Στην Ελλάδα και στην Κύπρο, δυστυχώς, τη νέα αυτή πραγματικότητα την βιώνουμε καθημερινά εδώ και δεκαετίες. Την συμπεριφορά αυτή τη βλέπουμε στο Αιγαίο, στην Ανατολική Μεσόγειο, στην Κύπρο, στο Ιράκ, στη Συρία, στη Λιβύη, στα Βαλκάνια και στον Καύκασο.
Πρόσφατα παρατηρούμε μια κλιμάκωση, η οποία δεν παραμένει μόνο στα λόγια, αλλά επεκτείνεται και στο πεδίο. Και για τον λόγο αυτό, ίσως, δεν μας προξένησαν τόση εντύπωση οι εξελίξεις αυτές.
Παράλληλα, βιώνουμε, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, μια συντονισμένη, και κρατικά ενορχηστρωμένη προσπάθεια διαστρέβλωσης της πραγματικότητας.
Προσπάθεια, η οποία χρησιμοποιεί ως μέσον την προπαγάνδα, την παραπληροφόρηση και τη διασπορά ψευδών ειδήσεων. Στο πλαίσιο αυτό προβάλλεται, με κάθε δυνατό μέσο, η σπίλωση της εικόνας του φερόμενου ως αντιπάλου, η διαστρέβλωση της πραγματικότητας με επιστημονικό και οργανωμένο τρόπο ούτως ώστε η γραμμή μεταξύ μύθου και πραγματικότητας να γίνεται δυσδιάκριτη. Οι αναθεωρητικές δυνάμεις του 21ου αιώνα εφαρμόζουν με σύγχρονα πλέον μέσα την ρήση του Γκαίμπελς: «Όταν λες ένα μεγάλο ψέμα και το επαναλαμβάνεις, στο τέλος, οι άνθρωποι θα το πιστέψουν».
Για τις χώρες αυτές, «η αλήθεια είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του κράτους». Απέναντι σε αυτή την συνειδητή προσπάθεια δημιουργίας μιας νέας πραγματικότητας και διάβρωσης της αλήθειας, η Ελλάδα έχει την υποχρέωση να αντισταθεί.
Η σημαντική διαφορά σε σύγκριση με το παρελθόν είναι ότι πλέον πρέπει να μπορούμε και μόνοι μας: έχουμε διευρύνει τις συμμαχίες μας ενώ πολλοί κατανοούν πλέον την απειλή που συνιστά ο αναθεωρητισμός, από όπου και εάν προέρχεται, για το διεθνές σύστημα ασφάλειας.
Το αποδεικνύει η μαζική αντίδραση στην ρωσική εισβολή, η επιβολή κυρώσεων, όχι μόνο από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις ΗΠΑ, αλλά και από χώρες όπως η Ιαπωνία. Και βεβαίως, ορισμένες υποψήφιες για ένταξη στην Ένωση χώρες, όπως η Αλβανία και η Βόρεια Μακεδονία.
Απέναντι στις προκλήσεις, στις οποίες προαναφέρθηκα, η ελληνική εξωτερική πολιτική δρα παράλληλα σε τρεις άξονες.
Πρώτον, τηρεί στάση αρχής. Στάση που πηγάζει από τον σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο, και ιδιαίτερα στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας.
Και βεβαίως στάση αρχής όσον αφορά τον σεβασμό στην κυριαρχία και στην εδαφική ακεραιότητα όλων των κρατών. Τη στάση αυτή τηρήσαμε από την αρχή του πολέμου στην Ουκρανία. Δείξαμε έμπρακτη αλληλεγγύη στην Ουκρανία, στους εταίρους μας στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και πιο πρόσφατα στην Σουηδία και την Φινλανδία. Γιατί δεν μπορούμε να μην στηρίζουμε αυτό που ζητάμε από τους άλλους. Δεν μπορούμε να ζούμε σε δύο πραγματικότητες: αυτή που συνεισφέρουμε ενεργά στα διεθνή δρώμενα, παίρνουμε θέσεις, εισπράττουμε στήριξη, αλλά έχουμε και κόστος. Και την εικονική, που πρεσβεύουν ορισμένοι, στην οποία απολαμβάνουμε όλα τα προνόμια, χωρίς υποχρεώσεις.
Δεύτερον, μπορεί να μην είμαστε πλέον μόνοι αλλά οι συμμαχίες και οι φιλίες δεν δημιουργούνται διά μαγείας. Πρέπει να επενδύσουμε σε αυτές, να καταβάλλουμε συνεχείς προσπάθειες, να τις χτίζουμε και στη συνέχεια να τις διατηρήσουμε.
Σε λιγότερο από τρία χρόνια υπογράψαμε τέσσερις αμυντικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ, την Γαλλία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Παράλληλα, αποφασίσαμε από κοινού με τρεις γειτονικές χώρες την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών στη βάση της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, της UNCLOS.
Ξαναπιάσαμε το νήμα των σχέσεων με τους Ευρωπαίους εταίρους μας.
Με ορισμένες χώρες δεν είχαν γίνει διμερείς συναντήσεις για δεκαετίες. Δημιουργήσαμε στρατηγικούς εταιρικούς δεσμούς με τις χώρες της Μέσης Ανατολής, του Κόλπου και της Βορείου Αφρικής.
Κάναμε ανοίγματα σε ανερχόμενες παγκόσμιες δυνάμεις που ασπάζονται τις ίδιες αρχές με εμάς, όπως η Ινδία και η Ιαπωνία.
Και δεν λησμονήσαμε την ήπειρο με την μεγαλύτερη οικονομική και πληθυσμιακή ανάπτυξη.
Σε διάστημα λίγων μηνών επισκέφθηκα επτά χώρες της Υποσαχάριας Αφρικής.
Τρίτον. Απέναντι σε «γκαιμπελικές» πρακτικές, η μόνη απάντηση είναι η προβολή της αλήθειας. Καθώς και η αποδόμηση της παραπληροφόρησης και των ψευδών ειδήσεων.
Η Ελλάδα δεν αφήνει τίποτα αναπάντητο.
Οφείλουμε να αποδομούμε με επιχειρήματα, βασισμένα στο Διεθνές Δίκαιο, τις αβάσιμες και ψευδείς αιτιάσεις που εκτοξεύονται εναντίον μας.
Έχουμε υποχρέωση να μην αφήνουμε ούτε την παραμικρή αμφιβολία να πλανάται, γιατί η επανάληψη του ψεύδους, εμπεδώνεται.
Η Ελλάδα, όπως και όλες οι δημοκρατικές χώρες, δεν απαντούν στην προπαγάνδα με τη δική τους προπαγάνδα. Γιατί αυτό το οποίο χωρίζει τον δημοκρατικό κόσμο από τον ολοκληρωτισμό είναι η αλήθεια, η προβολή της πραγματικότητας, όπως είναι, όχι όπως προσπαθούν ορισμένοι να την πλάσουν.
Η αναζήτηση της πραγματικότητας σήμερα γίνεται όλο και πιο δύσκολη.
Δυνάμεις που επιθυμούν να αναβιώσουν το παρελθόν, να γυρίσουν το ρολόι της ιστορίας πίσω, καταβάλλουν επίπονες προσπάθειες να την αποκρύψουν.
Είναι υποχρέωση της Ελλάδας και όλων των κρατών να μην επιτρέψουν την οπισθοδρόμηση. Να δημιουργήσουν ένα όραμα για ένα καλύτερο μέλλον.