Της Ευαγγελίας Ματαλλιωτάκη
Αυτό σου είχα πει κι εσύ έγνεψες καταφατικά, λίγο πριν την επιβίβαση…
Ποιος θα φανταζόταν ότι ήταν και η τελευταία φορά που θα κοιταζόμασταν στα μάτια, ότι θα ήταν η τελευταία φορά που θα αγκαλιαζόμασταν;! Κανείς άλλος εκτός από εμάς, που ήδη ξέραμε το σενάριο… Παίξαμε την τελευταία σκηνή στην παράσταση και ρίξαμε την αυλαία..σαν επαγγελματίες ηθοποιοί σ’ ένα θέατρο του παραλόγου..
Πόσες φορές έπιασα τον εαυτό μου να αναπολεί αυτή τη τελευταία μας στιγμή;!
– Μεταξύ μας, πολλές! Κι όμως και το χρόνο να γύριζα πίσω, τίποτα δεν θα άλλαζα.
Και ξέρεις γιατί;
Γιατί, οι άνθρωποι συχνά δίνουν υποσχέσεις που δεν μπορούν ή που δεν θέλουν να κρατήσουν! Υπο-σχέσεις εφήμερες…
Κάπως έτσι κι εμείς.. δώσαμε όρκους και πιστέψαμε πως είχαμε επιτύχει το «για πάντα» φτιάξαμε καρδιά μου το δικό μας παραμύθι ..μα τα παραμύθια μάτια μου, έχουν ευτυχισμένο τέλος.. κι από το δικό μας απουσίαζε το πιο βασικό, το τέλος..Ξέρεις, εκείνο το ολοκληρωμένο, το ξεκάθαρο, σαν εκείνα που βλέπεις στις ταινίες.. με πόνο, δάκρυ, θύμο. Εκείνο το τέλος που ξεσπάς και με τον καιρό σε οδηγεί στη λήθη όταν η μνήμη σου έχει γεμίσει και θες να κάνεις ένα restart!
Αφήσαμε τη βόλτα στη μέση..βλέπεις, ο άνθρωπος είναι αδύναμο όν! Αφήνει τη δειλία να τον κυριέψει! Έτσι κι εμείς..γίναμε κομπάρσοι και δώσαμε στη δειλία τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Οι μέρες περνούσαν γρήγορα. Είχαν έναν τρόπο να αποδυναμώνουν τα «θέλω» μας ώστε να μη μας νοιάζουν τόσο και επικεντρωθήκαμε στα «πρέπει».
Και κάπως έτσι ξεχνιόμασταν και μετά….χανόμασταν…