Ο φόβος αποτελεί ένα από τα πιο ισχυρά και βαθιά συναισθήματα που βιώνει ο άνθρωπος, συνδεδεμένος με την αίσθηση της απειλής και του κινδύνου. Πρόκειται για αρχέγονο συναίσθημα που έχει σημαντική επίδραση σε όλες τις πτυχές της ζωής μας, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Είναι ο «αόρατος αντίπαλος» που εμφανίζεται μπροστά από έναν κίνδυνο, είτε είναι πραγματικός και συγκεκριμένος είτε φανταστικός και ανεδαφικός, και τρέφεται από την αβεβαιότητα. Ρίχνει μια σκιά στην καθημερινότητα, διαμορφώνοντας τη συμπεριφορά μας με βάση την πρόσληψη της απειλής ως αναπόφευκτη και αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα.
Ο μη ελεγχόμενος φόβος μπορεί να είναι εξαιρετικά επικίνδυνος, οδηγώντας σε μια διάχυτη αίσθηση ανασφάλειας και έλλειψης εμπιστοσύνης στις ικανότητές μας. Ο φόβος μπορεί να οδηγήσει σε αναποφασιστικότητα και μοιρολατρία, επηρεάζοντας όχι μόνο την ατομική συμπεριφορά αλλά και συλλογικά σώματα, όπως τα έθνη. Όταν ο φόβος κυριαρχεί, ενδέχεται να καταστήσει ένα άτομο ή μια κοινωνία ανίκανη να λάβει ορθολογικές αποφάσεις και να αντιδράσει με τρόπο που θα προστατεύσει τα συμφέροντά της.
Στον τομέα της Άμυνας, ο φόβος του πολέμου είναι ένα συναίσθημα που διαπερνά την κοινωνία και τα κράτη. Η ανησυχία για τη φυσική ασφάλεια, η απώλεια αγαπημένων προσώπων και η πιθανή καταστροφή του κοινωνικού ιστού από τη βία ενός πολέμου είναι κοινές αγωνίες. Ο φόβος αυτός είναι δικαιολογημένος, καθώς τα αγαθά της ειρήνης είναι αναμφισβήτητα πολύτιμα. Ωστόσο, ο φόβος δεν πρέπει να παραλύει τη δράση όταν η άμυνα και η αντίσταση γίνονται αναγκαίες.
Η ιστορία δείχνει ότι ο φόβος μπορεί να επηρεάσει σε βάθος τις εθνικές πολιτικές και τις διεθνείς σχέσεις. Πολλές φορές, ο φόβος χρησιμοποιείται ως εργαλείο για την επίτευξη ψυχολογικής κυριαρχίας, ώστε οι πιθανοί στόχοι να παραμείνουν παθητικοί, φοβούμενοι μια ισχυρότερη δύναμη. Ωστόσο, οι Έλληνες δεν θα είχαν σταθεί ενάντια στους Πέρσες, δεν θα είχαν ξεκινήσει την Επανάσταση το 1821, ούτε θα είχαν πει «Όχι» στους φασίστες το 1940, αν είχαν αφήσει τον φόβο να τους κυριεύσει.
Η αντιμετώπιση του φόβου απαιτεί ψύχραιμη αναγνώριση των πραγματικών συνθηκών και της φύσης του κινδύνου. Όπως έχει πει ο Νίκος Καζαντζάκης, «αν μπορείς κοίταξε τον φόβο κατάματα και ο φόβος θα φοβηθεί και θα φύγει». Αυτό ισχύει, όμως, μόνο αν έχεις προετοιμαστεί σωστά και έχεις λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την προστασία σου. Ο φόβος μειώνεται μόνο όταν αντιμετωπίζονται τα αίτιά του, ενισχύοντας παράλληλα την αυτοεκτίμηση και την αυτοπεποίθηση, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο.
Η γεωπολιτική θέση της Ελλάδας απαιτεί συνεχή επαγρύπνηση και ετοιμότητα απέναντι σε οποιαδήποτε απειλή. Σε μια εποχή γεμάτη αβεβαιότητα και γεωπολιτικές εντάσεις, η χώρα οφείλει να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει κάθε κίνδυνο με σθένος και αυτοπεποίθηση, και όχι με φόβο. Η Ελλάδα ενισχύει συνεχώς τις αμυντικές της δυνατότητες μέσα από τον εκσυγχρονισμό των Ένοπλων Δυνάμεων και την υιοθέτηση της «Ατζέντας 2030», η οποία ανταποκρίνεται στις νέες προκλήσεις και την προετοιμάζει να αντιμετωπίσει τόσο συμβατικές όσο και υβριδικές απειλές.
Η στρατηγική ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της χώρας με την απόκτηση σύγχρονων οπλικών συστημάτων, όπως τα αεροσκάφη Rafale και F-35, καθώς και οι φρεγάτες Belharra, διαμορφώνει τις προϋποθέσεις για μια Ελλάδα που δεν φοβάται, αλλά είναι ικανή να παρέχει ασφάλεια και σταθερότητα στην περιοχή της. Παράλληλα, η Ελλάδα επιδιώκει την ειρηνική συνύπαρξη με τους γείτονές της, με σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο, αλλά και με αποφασιστικότητα να υπερασπιστεί τα εθνικά της συμφέροντα.
Εν τέλει, ο φόβος είναι μια δύναμη που μπορεί να παραλύσει ή να κινητοποιήσει, ανάλογα με το πώς τον διαχειριζόμαστε. Η προετοιμασία, η στρατηγική και η αυτοπεποίθηση είναι τα κλειδιά για την αποτελεσματική αντιμετώπιση οποιασδήποτε απειλής. Η Ελλάδα αποδεικνύει έμπρακτα ότι δεν υποκύπτει στον φόβο, αλλά στέκεται με σθένος, έτοιμη να προασπίσει την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της.