Της Φένιας Βουδαντά
Σήμερα θα γράψω για τη μητέρα. Σήμερα θα γράψω για την υπέροχη ιδιότητα ενός ποσοστού των γυναικών, μια ιδιότητα που είτε την επέλεξαν συνειδητά είτε όχι, τις καθιστά αυτόματα ηρωίδες. Και είναι λυπηρό που θυμήθηκα σήμερα να γράψω γι’ αυτό το πρόσωπο, επειδή κάπως έτσι έχει ανακηρυχθεί σήμερα να γιορτάζεται, και δε γράφω κάθε μέρα στα πλαίσια εκείνα όπου ο καθένας μας θα έπρεπε να την ευχαριστεί για όσα επιτέλους έκανε, εκείνα τα αφανή, τα βαθιά κρυμμένα, η άνετη θέαση των οποίων γίνεται εφικτή με μεγεθυντικό φακό. Κι όχι να την κατηγορεί για τα «περίτρανα» λάθη της, επειδή ο ίδιος δε βρήκε τρόπο να τα αξιοποιήσει, ώστε να πάρει τα θετικά στοιχεία, ώστε να αναγνωρίσει την προσπάθειά της να τους ικανοποιήσει όλους, ώστε να πει ένα ακόμα «δεν πειράζει» μέσα σε όσα λέει και μερικές φορές δε θα έπρεπε.
Από άποψη ψυχολογίας, γνωρίζουμε ότι καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του ανθρώπου ασκούν τα πρώιμα βιώματα της ζωής του, στα οποία περιλαμβάνεται η σχέση με τον φροντιστή, που σε ένα μεγάλο ποσοστό συνήθως ποιος είναι; Η μητέρα. Το άτομο που σου έμαθε τα θετικά συναισθήματα πολύ πριν το καταλάβεις, τις στιγμές που σε θήλαζε και σου μετέδιδε την ασφάλεια, τη σιγουριά, την αγάπη κι έπειτα κοιμόσουν βαθιά όντας ικανοποιημένος-η για να ξυπνήσεις πάλι σε λίγες ώρες και να είναι εκείνη εκεί διαθέσιμη για εσένα. Θα μπορέσουμε άραγε σαν άνθρωποι να εστιάσουμε στις νύχτες αγρυπνίας που φάνταζαν αιωνιότητες για εκείνη, στους μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια της που όμως δεν είχε την ανάγκη να καλύψει; Ούτε καν το πρόσεχε μάλλον, γιατί της είχες κλέψει τα μυαλά και ήσουν ο πρωταγωνιστής στη ζωή της που ήρθε για να μείνει. Θα μπορέσουμε ποτέ να φανταστούμε πώς θα ήμασταν χωρίς εκείνη ή θα συνεχίζουμε να την αποδοκιμάζουμε για τα παραπτώματα στα οποία υπέπεσε, αλλά και τα οποία επιβεβαιώνουν την ανθρώπινη φύση της;
Δε λέω, οι περισσότερες μια τελειομανία την έχουν, προκειμένου να μην ακούσουν την αρνητική κριτική που στο μυαλό τους θα τις διαφοροποιήσει απ’ τις υπόλοιπες οι οποίες «το έκαναν πιο σωστά» ή «το είπαν πιο όμορφα». Έχουν κι αυτές έναν εγωισμό, έχουν επενδύσει άλλωστε πόσο απ’ το χρόνο και το συναίσθημά τους, με στόχο να μη σου λείπει τίποτα. Και ίσως πάντα να αυτοκατηγορούνται αν σου λείψει κάτι, με την πεποίθηση ότι αυτές δεν έκαναν κάτι όπως έπρεπε κι από το να δέχονται επιπλέον και τις κατηγορίες του περιβάλλοντος που τις θέλει «τέλειες», «ευπροσάρμοστες», «εξελιγμένες», καλό θα ήταν να σκίσουμε αυτές τις ψεύτικες ετικέτες που όλο κυνηγούν για να αποδείξουν τι είναι. Ας δείξουμε εμείς στη μητέρα μας τι είναι, ας της πούμε ότι δε χρειάζεται να κυνηγά κάτι και ας της πιάσουμε το χέρι, όσο είναι ακόμα εδώ κοντά μας. Γιατί αυτό που κυνηγάει, στην πραγματικότητα βρίσκεται εκεί δίπλα της κι αυτήν την στιγμή αγγίζει το χέρι της.
Καιρός πια να γίνουμε εμείς ήρωες του εαυτού μας, κάνοντας το ξεκαθάρισμα ανάμεσα σε αυτά που θα κρατήσουμε από εκείνη και σε αυτά που θα αφήσουμε πίσω μας. Δεν είμαστε άγραφοι πίνακες, σίγουρα πονά το ξεκαθάρισμα όταν κάποια εφόδια είναι δυσλειτουργικά για εμάς κι όμως μάθαμε να ζούμε με αυτά, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολο να τα αφήσουμε. Το να μένουμε, όμως, προσκολλημένοι στο παρελθόν, εφόσον έχουμε ήδη εντοπίσει τα τρωτά σημεία, το μόνο που θα επιφέρει είναι κούραση και σε εμάς και σε εκείνη που πάλι θα αυτομαστιγώνεται με τύψεις επειδή κάτι αμέλησε. Καιρός πια να πάρουμε αυτό το «κάτι» στα χέρια μας, ώστε να αποτελέσει ώθηση για τις πιο μεγάλες, τις πιο ευχάριστες αλλαγές για όλους μας.
Άσε ό,τι σε βαραίνει και σε εμποδίζει και κράτα από εκείνη το καλό. Έτσι θα χαμογελάσει η μαμά σου, βλέποντας εσένα χαμογελάς και να προοδεύεις.
Και μην την ξεχνάς όσο την έχεις. Πιες ακόμα έναν καφέ μαζί της και μιλήστε. Μιλήστε πολύ. Και ίσως φύγεις αλλιώτικος από εκεί, μπορεί και πιο παραγωγικός.
Χρόνια πολλά στις μητέρες όλου του κόσμου! Να τις αγαπάτε και να τις φροντίζετε!