Της Φένιας Βουδαντά
Ήρθε ο καιρός και τελικά σκέφτηκα κάποια πράγματα πιο διεξοδικά από ποτέ. Και ναι, τα είπα με τον εαυτό μου και αυτό ήταν ένα σημαντικό βήμα, ακόμα κι αν δεν καταλήξαμε κάπου ακόμα και τα ζητήματα εκκρεμούν.
Σε ό, τι αφορά τους άλλους, είναι αποδεδειγμένο πόσο μας επηρεάζουν, πόσο επηρεάζουν την κρίση μας, τις απόψεις μας, πώς διαμορφώνουν την αντιληπτική μας εμπειρία, πόσο συνεισφέρουν στη διεύρυνση της γνωστικής μας ικανότητας. Πόσο δηλαδή να τα πει κανείς με τον εαυτό του, όταν του στερείται διά νόμου και ροπάλου η δυνατότητα να τα πει και με τους άλλους και να παρατηρήσει τον εαυτό του υπό αυτή τη συνθήκη; Πόσο να τα πει κανείς με τον εαυτό του, όταν άνθρωποι εκεί έξω που αποτελούν κομμάτι αυτού του εαυτού είναι απόντες; Και πόσο φρικτό είναι να τους διώχνουν από κοντά σου, πόσο άδικο να σου στερούν αγκαλιές, φιλιά και χάδια, κινήσεις δηλαδή ανακουφιστικές και με μηδαμινό κόστος για να σε προστατεύσουν; Από τι να σε προστατεύσουν στην τελική; Και είναι δίκοπο μαχαίρι γιατί θέλουν να σε προστατεύσουν από κάτι σωματικό, συγκεκριμένο και απτό, μα σε αφήνουν εκτεθειμένο σε άλλες πιο αφηρημένες, συναισθηματικές καταστάσεις που βιώνονται διαφορετικά από τον καθένα, κι όμως μπορούν να αποβούν καταστροφικές. Κι εκεί να δεις σωματοποίηση.
Η μοναξιά κάνει καλό μέχρι τη στιγμή που ο οργανισμός σου ζητά τη συντροφιά. Και τι πάνε δηλαδή να πουν εκφράσεις του τύπου «άκου το σώμα σου»; Εμένα το σώμα μου με καλεί να τρέξω κοντά τους, να τους αγγίξω, να τους αγκαλιάσω, να πάρω από τη μυρωδιά τους και να γεμίσω έτσι με δύναμη και ζωή. Εμένα το σώμα μου με καλεί σε μια πτήση με προορισμό τον τόπο των ονείρων μου, με ανθρώπους που με βοηθούν με τον τρόπο τους να διαμορφώσω αυτά τα όνειρα, ώστε να έχουν αρχή, μέση, αλλά όχι τέλος. Και είναι σημαντικό το ότι δεν υπάρχει τέλος, γιατί υπάρχει θεόρατη η προοπτική για «αιώνιες» συνδέσεις, για δεσμούς που δεν έχουν την προδιάθεση να λυθούν, για κάτι που θα μείνει αλώβητο στο χρόνο και χάρη σε αυτό θα χάνεται η αίσθηση του χρόνου, τα ρολόγια θα σπάνε, το «τικ τακ» τους θα είναι πια δουλειά μόνο της καρδιάς να το παράγει, όλο και πιο γρήγορα… και πιο γρήγορα. Τικ τακ, τικ τακ, τικ τακ… όσο οι καρδιές χτυπούν, δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα. Όσο οι καρδιές χτυπούν, πάντα θα πηγαίνουμε κόντρα στο άδικο και πάντα μέσα μας θα το νικάμε.
Μόνο οι πραγματιστές θα χάσουν σε αυτή τη μάχη, εμείς οι ονειροπαρμένοι, οι φιλιωμένοι, οι ερωτευμένοι θα μείνουμε εγκλωβισμένοι στο όνειρο και θα αφήσουμε την πραγματικότητα να κάνει αυτό που ξέρει, κάποια στιγμή θα μάθει, κανείς δεν είναι τέλειος εξάλλου, έτσι; Εμείς θα μείνουμε εκτός πραγματικότητας, θα την παρατηρήσουμε ως εξωτερικοί θεατές αυτή τη φορά, έτσι ώστε όταν θα εισχωρήσουμε πάλι, θα ξέρουμε τα λάθη τα δικά της και τα δικά μας μέσα σε αυτήν και δε θα τα επαναλάβουμε. Δε θα παρασυρθούμε από τις αδυναμίες και τις επιπολαιότητές της, θα είμαστε δυνατοί, οργανωμένοι κι ενωμένοι στο στόχο μας: να την εξολοθρεύσουμε μια για πάντα.
Ας περάσουμε τη φετινή Ανάσταση αποκομμένοι από αυτούς τους εξωτερικούς παράγοντες. Ας συνδεθούμε με τον εσωτερικό εαυτό μας, σε αυτόν θα βρούμε το φως που αναζητάμε.