Αργεντίνος διεθνιστής επαναστάτης, μία από τις σημαντικές προσωπικότητες του 20ου αιώνα. Υπήρξε ηγετική φυσιογνωμία της Κουβανικής Επανάστασης και άσκησε μεγάλη επίδραση στη θεωρία και την τακτική του ανταρτοπόλεμου. Πίστευε στην επικράτηση του σοσιαλισμού μέσα από μια παγκόσμια επανάσταση. Με το πέρασμα των χρόνων ο Τσε έγινε το σύμβολο της αιώνιας επανάστασης και αντικείμενο λατρείας, ένα ποπ είδωλο παντός καιρού.
Παιδικά και νεανικά χρόνια
Ο Ερνέστο «Τσε» Γκεβάρα (Ernesto «Che» Guevara) γεννήθηκε στο Ροζάριο της Αργεντινής στις 14 Ιουνίου 1928. Ήταν το μεγαλύτερο από τα πέντε παιδιά μιας μεσοαστικής οικογένειας αριστερών τάσεων, με βασκικές και ιρλανδικές ρίζες. Από μικρός έγινε γνωστός για τις δυναμικές και ριζοσπαστικές απόψεις του, που αποσκοπούσαν στην «υπεράσπιση των φτωχών και των αδυνάτων». Αν και υπέφερε από κρίσεις άσθματος, που τον ταλαιπώρησε σε όλη του τη ζωή, διακρίθηκε για τις αθλητικές του επιδόσεις. Έπαιξε ράγκμπι, ποδόσφαιρο, ήταν δεινός ποδηλάτης και σκοπευτής. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες και αποφοίτησε τον Μάρτιο του 1953.
Τα καλοκαίρια περνούσε τις διακοπές του ταξιδεύοντας μαζί με τον φίλο του Αλμπέρτο Γρανάδο σε διάφορες χώρες της Λατινικής Αμερικής (Περού, Χιλή, Βενεζουέλα, Κολομβία) με μια πεντακοσάρα «Νόρτον» του 1939. Οι παρατηρήσεις του πάνω στα οικονομικά και πολιτικά προβλήματα των χωρών της Λατινικής Αμερικής τον έπεισαν ότι η μόνη λύση είναι η επανάσταση. Οι αναμνήσεις του από τα ταξίδια αυτά κυκλοφόρησαν το 1992 σε βιβλίο με τίτλο «Ημερολόγια Μοτοσυκλέτας» και το 2004 μεταφέρθηκαν στη μεγάλη οθόνη από τον βραζιλιάνο σκηνοθέτη Βάλτερ Σάλες.
Μετά την αποφοίτησή του πήγε στη Γουατεμάλα, όπου ο συνταγματάρχης Χακόμπο Άρμπενς ηγείτο ενός προοδευτικού καθεστώτος, το οποίο μέσα από την αναδιανομή της γης, απέβλεπε στην πραγματοποίηση της κοινωνικής επανάστασης. Την εποχή εκείνη, ο Γκεβάρα απέκτησε και το περίφημο υποκοριστικό του «Τσε», από μια γλωσσική συνήθεια των αργεντινών, που δίνουν έμφαση στο λόγο τους με το επιφώνημα «che». Η ανατροπή του καθεστώτος Άρμπενς το 1954 με πραξικόπημα υποστηριζόμενο από τη CIA, τον έπεισε ότι οι ΗΠΑ θα καταπολεμούσαν πάντα τις αριστερές κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής και των άλλων αναπτυσσόμενων χωρών του κόσμου. Η πεποίθησή του αυτή αποτέλεσε τη βάση των σχεδίων του για την επικράτηση του σοσιαλισμού μέσα από μια παγκόσμια επανάσταση.
Στρατευμένος στην Κουβανική Επανάσταση
Μετά την ανατροπή Άρμπενς, ο Τσε πήγε στο Μεξικό, όπου γνώρισε τους αδελφούς Κάστρο, οι οποίοι προετοίμαζαν εξέγερση στην Κούβα για την ανατροπή του δικτάτορα Φουλχένσιο Μπατίστα. Προσχώρησε στις δυνάμεις τους και άρχισε να εκπαιδεύεται στον ανταρτοπόλεμο. Στις 25 Νοεμβρίου 1956 εγκατάλειψε το Μεξικό με το σκάφος Γκράνμα και με 82 συντρόφους του αποβιβάστηκε στις ακτές της επαρχίας Οριέντε της Κούβας. Εντοπίστηκαν, όμως, γρήγορα από τις αρχές και εξολοθρεύτηκαν σχεδόν όλοι. Οι λίγοι που επέζησαν μαζί με τον τραυματισμένο Τσε κατόρθωσαν να φτάσουν στον ορεινό όγκο Σιέρα Μαέστρα. Εκεί οργάνωσαν τον πρώτο αντάρτικο, το οποίο στην πορεία του χρόνου θα γιγαντωθεί και με επικεφαλής τον Φιντέλ Κάστρο θα ανατρέψει στις 2 Ιανουαρίου 1959 τη δικτατορία Μπατίστα και θα εγκαταστήσει ένα προοδευτικό καθεστώς με μαρξιστικό προσανατολισμό.
Ο Τσε έπαιξε ηγετικό ρόλο στο νέο καθεστώς της Κούβας και το εκπροσώπησε σε πολλές αποστολές στο εξωτερικό. Απέκτησε μεγάλη φήμη στη Δύση, λόγω της θαρραλέας στάσης του σε κάθε μορφή ιμπεριαλισμού και νεοαποικιοκρατίας, που εκείνη την περίοδο τις εκπροσωπούσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Κατέλαβε διάφορα κυβερνητικά πόστα στη νέα του πατρίδα, ιδίως του οικονομικού τομέα. Στην προσωπική του ζωή χώρισε την περουβιανή σύζυγό του Ίλντα Γκαντέα, με την οποία είχε αποκτήσει μία κόρη, και νυμφεύθηκε την κουβανή Αλέιντα Μαρτς, στέλεχος του στρατού του Φιντέλ Κάστρο, με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά.
Μετά τον Απρίλιο του 1965, ο Τσε αποσύρθηκε από τη δημόσια ζωή και έπειτα εξαφανίστηκε εντελώς. Η εξαφάνισή του αποδόθηκε σε διαφωνίες του με τον Φιντέλ Κάστρο σχετικά με την οικονομική πολιτική και την ιδεολογική γραμμή του καθεστώτος. Πάντως, τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου ο Κάστρο έδωσε στη δημοσιότητα μία επιστολή του Τσε, όπου επαναβεβαίωνε την ακλόνητη εμπιστοσύνη του στην Κουβανική Επανάσταση και τόνιζε ότι «άλλα έθνη έχουν ανάγκη από τις ταπεινές υπηρεσίες μου».