Κάπου στα βάθη της ‘γηρασμένης’ (κυρίως, απ’ τα πάθη…) ψυχής μας υπάρχει μια προδομένη, αλλ’ όχι λησμονημένη παιδικότητα: μια αθωότητα, που έχει μεν ‘εκθρονισθεί’ απ’ την βασιλεία της, αλλ’ ακόμα κι’ ως έκπτωτη… εξακολουθεί να μας ελκύει σε μια πανίσχυρα νοσταλγική αναπόλησή της!
Πρώτη Σεπτεμβρίου: Αρχή της Ινδίκτου (του Νέου Εκκλησιαστικού Έτους), Αρχόμενο Φθινόπωρο… Αρχόμενες, σιγά-σιγά, παρακμαστικές αλλοιώσεις στη Φύση. Μεταμορφωτικές μεταβολές της Φύσης, μέσα από τις οποίες ο Πλάστης προσφέρει στα λογικά Του πλάσματα μια ευκαιρία πνευματικής ανάνηψης… που αξίζει και πρέπει ν’ αξιοποιήσουμε ευφυώς κι’ εμφιλόσοφα! Να ‘δούμε’ δηλ. την ύπαρξή μας στην διάσταση μιας ‘μακροκοσμικής’ (υπέρ-χρονης… μετα-βιολογικής… και υπερ-κόσμιας…) προοπτικής, πολύ πέρα και πολύ πάνω από το -υπό σύντομη χρονική λήξη- έμβιο κι’ έγχρονο ‘μικροκοσμικό’ ταξίδι μας…!
Ανάμεσα σε όλα τα περιβαλλοντικά ‘δράματα’ [1] που ‘σκηνοθετεί’ κι’ ανεβάζει στο ‘θέατρο’ της Φύσης ο Μεγαλοφυής ‘Σκηνοθέτης’ της συμπαντικής Ομορφιάς, η Φθινοπωρινή δραματουργία ‘μιλάει’ στην θεόπλαστη ψυχή μας με την μεγαλύτερη απηχησιμότητα! Γιατί, όντας Χριστιανική κατά φύση [2], η ψυχή μας νοσταλγεί ‘εγγενώς’ (χωρίς ανάγκη εξωτέρων υπομνήσεων) την Βασιλεία του Φωτός απ’ την οποία εξέπεσε… και προς την οποία -κι’ ας μη τ’ ομολογεί ή δεν το ξέρει- λαχταρά διακαώς να επιστρέψει! Αυτή η ‘νοσταλγία’ καταγράφεται εναργέστερα, κάθε φορά που η ψυχή μας λαμβάνει επιπρόσθετα ‘εναύσματα’ υπαρξιακού απελπισμού για την ματαιότητα αυτού του κόσμου, από την συμπτωματολογική κατάσταση της περιρρέρουσας παρακμής…
Αυτή η παρακμαστική συμπτωματολογία της Φύσεως, που φέρνει μαζί της η… ‘εποχή των μεταφυσικών υπαινιγμών’ -Φθινόπωρο- όταν (αν) δεν προσπεραστεί βιαστικά, επιπόλαια κι’ απρόσεκτα… αλλά τύχει μιας ενδελεχούς ‘ανάγνωσης’ των αισθητηριακών πληροφοριών που προβάλλει, εισάγει τις «θεο-νοσταλγικές» [3] ψυχές μας, υπαινικτικά, στον απόλυτο ρεαλισμό: ότι είμαστε όντα χρονικά, υποκείμενα σε μία… επικείμενη ‘μεταναστευτική’ προοπτική αναχώρησης -χωρίς επιστροφή!- από τον εφήμερο τούτο κόσμο.
Καλωσορίζοντας, λοιπόν, την Φθινοπωρινή ‘μεταμόρφωση’ της Φύσης, με την ιδιάζουσα ‘εικαστική’ αποτύπωση-απεικόνιση της βιολογικής παρακμής πάνω στην απανθίζουσα χλωρίδα… σημαίνει ότι: ήδη είμαστε μπροστά σε μία ‘εποπτική διδασκαλία’ του Θεού προς τους ανθρώπους, για την προσωρινότητα και μεταβλητότητα της έμβιας ζωής μας: μια ρεαλιστική βεβαιότητα… που τείνουμε να ξεχνούμε επιπόλαια κι’ ανόητα, και την οποία, από την μεγάλη Πατρική αγάπη Του, φροντίζει αδιάκοπα ο Πλαστουργός να μας υπενθυμίζει!
Πραγματικά, μόλις η Φύση γύρω μας αρχίσει να μετασχηματίζεται, μέσα από παρακμαστικές αλλοιώσεις του περιβάλλοντος Κάλλους, ένα ‘ξεχειλισμένο’ ποτάμι τρυφερών ενθυμήσεων από την αθωότητα, κατακλύζει το λιβάδι της μνήμης: Χειμαρρώδεις συνειρμοί νοσταλγικής αναπόλησης… όλων εκείνων που άγγιζαν κάποτε την παιδική καρδιά μας, εισορμούν τώρα στην ‘ηλικιωμένη’ ή έστω απλώς ενήλικη ψυχή μας, ‘επιθετικώς ελκυστικά’, ως αναριγίσματα νοσταλγικά, για να μας θυμίσουν την προτέρα μεγαλειώδη τιμή και σχέση οικειότητας με τον Θεό… που απολαμβάναμε, όταν ήμασταν παιδιά αθώα, απελεύθερα ‘δεσμών’ αμαρτίας… και ‘αλυσίδων’ εμπαθείας…!
Αναδιφώντας, λοιπόν -σε πρώτο, πλέον, πρόσωπο- με βαθειά νοσταλγία στις ανεξίτηλες μνήμες μιας ‘άλλης’ εποχής (της ‘εκπορθημένης’ αθωότητας…), λουσμένης τότε στις μυστικές ακτίνες ενός ‘άλλου’ Φωτός (του νοητού εκείνου Ηλίου της Δικαιοσύνης…), θυμάμαι που, όντας ακόμα παιδάκι αγνόψυχο, είχα εμπρός μου ορθάνοιχτο ένα ‘παράθυρο’ με θέα… σε έναν κόσμο αθέατο! Έναν πνευματικό κι’ αόρατο κόσμο… που επιτρέπει, σε μόνη την αθωότητα, μια ‘ενορατική’ προσέγγιση των μυστηρίων του κόσμου και του υπέρκοσμου…!
Και ήταν εκπληκτικό, θυμάμαι… να βλέπω -τότε- μέσα μου, την παχεία αχλύ που περιβάλλει το μυστήριο της ζωής και του θανάτου, να λεπτύνεται από τις προσπίπτουσες Ηλιαχτίδες του μυστικού εκείνου Φωτός… που εισέδυε στην ψυχή μου· και τότε, όλο το σκοτάδι της αγνωσίας άρχιζε να φωτίζεται… όλα τα μυστικά της ύπαρξης ν’ αποκαλύπτονται… όλα τα μυστήρια της ζωής να εκλογικεύονται… μέσα σε μια, ιδιαζόντως αποκαλυπτική, ‘διαβάθυνση’ και ‘διαπλάτυνση’ των αντιληπτικών ορίων της αθώας παιδικής διάνοιας.
Κι’ ένοιωθα τότε -θυμάμαι- κάτι άδηλο… απροσδιόριστο… απερίγραπτο… ανήκουστο… αθώρητο… να μου ‘γνέφει’ προσκλητικά… αναστατώνοντας γλυκά, σχεδόν μεθυστικά, την παιδική ψυχή μου, κι’ ελκύοντάς την πανίσχυρα σε έναν κόσμο πέρ’ απ’ αυτόν που υποπίπτει στην αντίληψη των συμβατικών αισθήσεων! Και τότε, ‘ελαυνόμενος’ από μία εσώτερη ισχυρή παρόρμηση, ξεστράτιζα από τις συντροφιές και τα παιχνίδια, για ν’ απομονωθώ στις ανατολικές ερημιές του χωριού [4], στον λόφο της ‘Ντάστεπε’ [5] και στην λιμνοθάλασσα της ‘Λάφρης’ [6] για να υποδεχθώ, μαζί με τ’ αγρίμια και τα αγριοπούλια της ερημιάς, την μεγαλόπρεπη ‘επέλαση’ του Φθινοπώρου στην Φύση και… στην ψυχή μου, επάνω στην οποία ασκούσε μια έλξη ‘μαγική’!…
Ήταν μια δραματουργία συναρπαστική! Μια ‘αφαιρετική’ μεταμόρφωση του Κάλλους της Κτίσεως, σε κάτι ‘αορίστως υποσχετικά’ τελειότερο: μια απο-σύνθεση της ομορφιάς, βαίνουσα προς μία ανα-σύνθεση ποιοτικώτερη…! Μια απο-δόμηση της αρμονίας, τείνουσα προς μία ανα-δόμηση αναβαθμιστική…! Διοπτεύοντας ‘ενορατικά’ στην παρούσα παρακμή της Φύσεως… την μέλλουσα αποκατάστασή της σε μια (υπεσχημένη) τελειότητα αιώνιας αφθαρσίας… δεν έβλεπα κανένα ‘λόγο’ να θλιβώ για έναν ‘θάνατο’ που οδηγούσε σε ανάσταση!
Ένας ψυχο/νοητικός ‘συναγερμός’ ανέκρουε μέσα μου μια αισθητηριακή ‘επιστράτευση’ και μια ‘αναστάτωση’ συναισθηματική… που τις κατεύναζε μια ‘απόκοσμη’ γαλήνη! Η ψυχή μου γινόταν, τότε, όλη ‘μια αίσθηση’ βαθειάς συναρπαγής… μπροστά σε ένα δραματοποιημένο σκηνικό ‘αποδόμησης’ του φυσικού κάλλους… που, όμως, δεν παρέπεμπε σε θάνατο ή απώλεια, αλλά σε κάτι άλλο: κάτι σαν ‘διάβαση’ και ‘μετάβαση’ της Κτίσης, από την παρούσα κατάσταση φθοράς… προς μια μελλοντική κατάσταση αιώνιας αφθαρσίας!
Ήταν ένα βουβό… αλλά συγκλονιστικό ‘πανηγύρι’ όλης της ύπαρξης: του νου… της καρδιάς… και των αισθήσεων…, απέναντι σε ένα ‘αλλιώτικο’ κάλλος, παρακμαστικό και αποδομημένο… σε σχέση με την ακμάζουσα και δομημένη τελειότητα της Εαρινής φύσεως! Ένας αμήχανος συγκινησιακός ‘μετεωρισμός’ της ψυχής εμπρός σε κάτι αόριστα μελαγχολικό… αλλά, συνάμα, ανερμήνευτα γαληνοποιό κι’ ακατανόητα υποσχετικό…! Κι’ αντίκρυ σε όλα αυτά… η παιδική ψυχή ν’ αναζητά αδιαπραγμάτευτα και με αγωνία, όχι τις προφανείς… αλλά τις κρυμμένες πίσω απ’ τα αισθητικά φαινόμενα, απόρρητες υπαρξιακές σημασίες…!
Η αποδημία των μεταναστευτικών πουλιών… η φυλλόρροια των δένδρων… το απάνθισμα των λουλουδιών… οι Φθινοπωριάτικες καταιγίδες με τα βρόχινα ρυάκια να τρέχουν κατωφερώς και φευγαλέα προς την θάλασσα… το όργωμα της γης… και η ‘ταφή’ των δημητριακών σπόρων στ’ ανασκαμμένα σπλάγχνα της… όλα, αποτυπώνονται στον λευκό καμβά της παιδικής ψυχής σαν χρυσές ‘σταυροβελονιές’ μιας Καλλιτεχνικής Μεγαλοφυίας! Ενός απείρου Νου, ο Οποίος γνωρίζει ΠΩΣ να κρύβει στη Φύση, κωδικοποιημένα… αλλά σαφή, μηνύματα ‘υφέρποντος’ μεταφυσικού ρεαλισμού, και μπορεί (υπό ορισμένες προϋποθέσεις ακεραιότητας της υποκείμενης ψυχής) να ‘υποψιάσει’ υπαρξιακά!
Το παιδικό μυαλό αρνείται ν’ απαξιώσει σημασιολογικά τίποτε, απ’ όσα προσλαμβάνει αισθητηριακά! Εικόνες μαζικών συγκεντρώσεων -επάνω στα ηλεκτροφόρα σύρματα πυλώνων της ΔΕΗ- από σμήνη φτερωτών μετοίκων… δηλ. παραστάσεις που παραπέμπουν σε συνειρμούς φυγής κι’ αποχωρισμού, εισάγουν την παιδική ψυχή σε μια ‘εποπτική’ κατανόηση κι’ εξοικείωση προς την εγκόσμια βιολογική προσωρινότητα… αλλά και την υπερκόσμια μετα-βιολογική αιωνιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, μέσα από την φωτισμένη διερμηνεία των ‘μεταφυσικών υπαινιγμών’…!
Μια διάχυτη στον αέρα ‘αίσθηση’ φυγής σε άλλους κόσμους… εναρμόνιζε υπέροχα την μεταναστευτική αποδημία των πουλιών προς το ανάστατο και ‘έκρυθμο’ σκηνικό του Φθινοπώρου. Τεράστια σμήνη αλόγων μεταναστών σε διχαλωτούς σχηματισμούς, αφήνοντας κλαυθμηρές φωνές αποχαιρετισμού, πετούσαν προς τον Νότο… κι’ εγώ, βουβός θεωρός της μετανάστευσής τους, απέμενα πίσω τους περίδακρυς, σταυρώνοντάς τα νά ΄ναι ‘καλοτάξιδα’ στους αιθέρες… και παρηγορώντας την θλιμμένη μου καρδιά με την ελπίδα της Εαρινής τους παλινοστήσεως!
Αλλ’ η συναρπαστική αυτή δραματουργία δεν ξεχνιόταν με την φυγή των φτερωτών μου φίλων. Το παιδικό μυαλό μου, θαυμαστικά βουβό μπροστά στο τελούμενο… ήταν αδύνατο να μη συσχετίσει την μετανάστευση των πουλιών με το μυστήριο μιας άλλης αποδημίας: των ανθρώπινων ψυχών μας, προς το υπερκόσμιο επέκεινα! Γιατί, οι αγαθοί νοσταλγοί του Θεού και της Βασιλείας Του… τείνουν πάντοτε ν’ αναζητούν με ασίγαστη αγωνία, την αλήθεια της θνησιγενούς μας φύσεως, θεωρώντας αναξιοπρεπές… για την θεοπρεπή μας (των ανθρώπων) μεγαλειότητα, να συμβιβάζονται μικρόψυχα με την αβαθή αιτιολόγηση ενός ‘ψυχρού’ κι’ απάνθρωπου υλιστικού πραγματισμού…!
Μέσα στην αίσθηση ενός αόριστου ‘μελαγχολικού εκστασιασμού’ που απέρρεε από την Φθινοπωριάτικη μεταμόρφωση της Φύσης… απελάμβανα -θυμάμαι- ν’ αφουγκράζομαι και τα ‘λυγμικά’ θροΐσματα των δένδρων όταν απέρριπταν στην γη τα μαραμένα φύλλα τους. Αλλ’ ενώ απελάμβανα την ‘σκηνοθετική’ ομορφιά αυτής της μελαγχολικής δραματουργίας… αρνούμην πεισματικά μέσα μου να μείνω μόνο στην αισθητική της διάσταση, γιατί αυτό περιόριζε σημαντικά το εύρος της Αλήθειας που λαχταρούσε η ψυχή: μιας Αλήθειας για την θνησιγενή μας φύση… που αγνοούμε εθελότυφλα!
Δεν εχόρταινα -θυμάμαι- να κοιτάζω τον μελαγχολικόν ουρανό… με τα σταχτόγκριζα ‘φορτωμένα’ νέφη να διαβαίνουν βιαστικά, αναζητώντας πάνω στη γη τόπους διψασμένους… για να εκκενώσουν την ουράνια ευλογία της βροχής. Κι’ όταν άρχιζαν οι Πρωτοβροχιάτικες ψιχάλες… αν βρισκόμουν έξω για παιχνίδι, δεν έτρεχα ποτέ μέσα για να ‘φυλαχτώ’ στεγνός, ενώ αν ήμουν μέσα στο σπίτι έβγαινα έξω για να βραχώ ως το κόκκαλο… καθώς δεν αισθανόμουν καμμία ‘απειλή’ απ’ την βροχή, αλλ’ αντίθετα ένοιωθα μια ‘διψητική έλξη’… σαν την διψασμένη γη που ξεδιψούσε μαζί μου άπληστα, αντιπροσφέροντας στον Θεό αισθήματα ευγνωμοσύνης και υποσχέσεις εαρινής γονιμότητας!
Μετά τις πρώτες Φθινοπωρινές βροχές, όταν το χώμα αφράτευε… ήταν εθιστικό -θυμάμαι- να τρέχω σαν ζαρκαδάκι στους λόφους με τις αμπελικές, αντίκρυ στα σιταροχώραφα της Λάφρης, για να παρατηρώ συνεπαρμένος την τελετουργία της αροτρίασης και του ενταφιασμού των δημητριακών σπόρων στα οργωμένα σπλάγχνα της γης. Θαύμαζα τους γεωργούς του μόχθου (τους… ‘αφελείς’ και φιλόπονους καλλιεργητές των αγρών, και όχι τους ‘έξυπνους’ [7] αλλ’ αφιλόπονους εισπράκτορες των Ευρωπαϊκών επιδοτήσεων…)! Απέναντι δε σ’ αυτές τις τελετουργικές απεικονίσεις… θυμάμαι την παιδική ψυχή μου να σείεται βωβά… από μία ανατριχιαστική συνειδητοποίηση: ότι, αν αυτοί οι σπόροι δεν πεθάνουν κι’ αποσυντεθούν μέσα στην κρύα Χειμωνιάτικη γη… ΔΕΝ θ’ αναστηθούν την Άνοιξη, ως νέα βλαστάρια ζωής αναγεννημένης!…
Πόσο βαθιά, μέσα μου, εισχωρητική… πόσο συναρπαστικά δριμεία… πόσο ακαταγώνιστα ισχυρή… πόσο αδήριτα κυρίαρχη… πόσο γλυκά μεθυστική… ήταν η αθώα εκείνη βεβαιότητα της παιδικής ψυχής μου, που θεωρούσε τα ορατά… να περιβάλλονται ένδοξα απ’ τα αόρατα! Tο καθαρό κι’ οξυδερκέστατο ‘βλέμμα’ της αθωότητας, εφελκύοντας επάνω του την Χάρη και τον φωτισμό του Θεού, μπορούσε να ‘διοπτεύει’ το έκπαγλο μεγαλείο μιας ζωής αιώνιας… επέκεινα του χωρο/χρόνου, κι’ εκείνη η ‘διόπτευση’ προσπόριζε στην παιδική ψυχή μου μια αίσθηση απελευθέρωσης… από την τρομοκρατία του θανάτου!
Θυμάμαι… και νοσταλγώ βασανιστικά εκείνη την παιδική αγαθότητα, που μπορούσε (πριν… κακουχηθεί από τις παθολογίες της ενηλικίωσης!) να εμπνέει στην ψυχή μου μια βαθειά ποιητική ενόραση, παρωθώντας την να δανείζεται κάλλος και αρμονία από τον διάκοσμο του Θεού -τόσο απ’ τον επίγειο… όσο κι’ απ’ τον επουράνιο- για να ‘ενδύει’ με φωτεινά νοήματα… αγαθά αισθήματα… και χαρούμενα συναισθήματα… όλα τα καθημερινά, άχρωμα, άοσμα, άγευστα και ‘γυμνά’ από φως και χαρά (…) γεγονότα και πράγματα αυτού του κόσμου!
Μισόν αιώνα μετά, σήμερα, κατανοώ απαρηγόρητος… πόσα έχω απολέσει ‘μεγαλώνοντας’!… Αλλ’ ενώ θρηνώ απαράκλητα για την δραστικά μειωμένη ‘αισθητικότητα’ της (γηρασμένης από τις αμαρτίες και τα πάθη) ψυχής μου, αρνούμαι να παραδοθώ στην απελπισία του συμβιβασμού…! Μια πανίσχυρη επιθυμία ανάκτησης των λεηλατημένων ‘θησαυρών’ με εξωθεί σε ανάκαμψη προς τον ‘παιδικό κήπο’ της αγνότητας… για να επαναδιεκδικήσω -μέσα από εσωτερικά ‘μονοπάτια’ μετανοίας- την ανασύσταση της κατεστραμμένης μου ακεραιότητας… και την αναστοιχείωση της εκπορνευμένης αθωότητάς μου…: «Λέγει Κύριος: εάν ώσιν αι αμαρτίαι υμών ως φοινικούν… ως χιόνα λευκανώ! εάν δε ώσιν ως κόκκινον… ως έριον λευκανώ!…» (Προφ. Ησαΐας 1, 18)
[ Βεβαιώνει ο Θεός, με το στόμα του Προφήτη Ησαΐα: «Αν οι αμαρτίες σας -επάνω στην καθαρότητα της θεόπλαστης συνείδησής σας- έχουν γίνει σαν το φοινικόχρωμα… θα τις λευκάνω όπως το χιόνι! Κι’ αν έχουν γίνει σαν την πορφύρα… θα τις λευκάνω όπως το κάτασπρο μαλλί!…]
Μετανοώντας για τα λάθη της η ψυχή -σαράντα χρόνια τώρα- μπροστά στο πελάγιο σύνορο της Αθωνικής μου παροικεσίας… κι’ ατενίζοντας προς το Ανατόλιο Φως… ‘ψηλαφά’ εντός μου τον εκρηκτικό ‘σπόρο’ της αθανασίας, που η Πλαστουργική Αγάπη έχει εμφυτεύσει στα έγκατα της χοϊκής μου ύπαρξης! Μέσα στο εωθινό θάμβος της Αγιορειτικής ερημιάς… χαιρετίζω δοξολογικά το λυτρωτικό ‘αντάμωμα’ μιας (ήδη κατευνασμένης) υπαρξιακής αγωνίας μου… με τις πιο σαφείς προτυπώσεις ενός μυστηρίου αχώρητου στην γήινη λογική: της θαυμαστής μετανάστευσής μας, ως Θεο-νοσταλγικών υπάρξεων, ύστερ’ από τον πρόσκαιρο τούτο βίο, προς μία υπερκόσμια… υπερούσια… αιώνια ζωή!
Και ‘μάρτυράς’ μου τ’ ορθρινό φως… που, μετά μια νύκτα ασέληνη και ζοφερή σαν τον θάνατο, καταυγάζει ξανά την κτίση! Kαι ‘μάρτυράς’ μου η Άνοιξη… που, μετά το ‘γήρας’ της Φθινοπωρινής παρακμής και την ‘αποβίωση’ της Χειμερινής απώλειας, ανασταίνει ξανά τα βλαστάρια της ζωής, από τους (πε)θαμμένους στο χώμα σπόρους! Και ‘μάρτυράς’ μου EKEINOΣ… που, με την αψευδέστατη υπόσχεση του Ευαγγελικού Tου λόγου, βεβαιώνει καταπειστικά τον δύσπιστο νου μας… κατευνάζοντας παρακλητικά την απελπισμένη μας καρδιά… ότι: «Ο πιστεύων εις Εμέ, καν αποθάνη… ZΗΣΕΤΑΙ! » (Ιωάν. 11, 25).
Ένας ΚΑΚΟγηρος…
από το Άγιο Βουνό των ΚΑΛΟγήρων
————————————
[1] Διαχρονικά, η ‘στάση’ των ανθρώπων απέναντι στην δραματουργία ήταν κι’ εξακολουθεί να είναι κάπως… ‘αλλοπρόσαλλη’: «Γράφεις δράματα, γελάνε… γράφεις κωμωδίες, κλαίνε…» θα σημειώσει εύστοχα ο Αριστοφάνης! Το φαινόμενο (διάβαζε: ‘σύνδρομο’…) αυτό, καθιστά συγκαταβατικά ανεκτή… την διαφορά ευαισθητοποίησης (από την απόλυτη ευαισθησία… ως και την απόλυτη αναισθησία!) που παρατηρείται μεταξύ διαφορετικών ανθρώπων, ευρισκομένων ακριβώς υπό τις ίδιες ψυχο/συναισθηματικές προκλήσεις…!
[2] Από την πλάση της, η ανθρώπινη ψυχή είναι… «Natura Christiana» [φύση Χριστιανική…], διδάσκει με θεία φώτιση ο Άγιος Αυγουστίνος (+ 430), σε όποιο θρησκειακό ‘σκεύος’ (σώμα ανθρώπινο) κι’ αν, τυχόν, φιλοξενείται: είτε Χριστιανικό… είτε Σιωνιστικό… είτε Μουσουλμανικό… είτε Ινδουϊστικό… είτε Σιντοϊστικό… είτε Ειδωλολατρικό… είτε Αθεϊστικό… είτε Σατανιστικό…!
[3] «Θεο-νοσταλγικές» ονομάζει τις ψυχές μας, στα ιερά συγγράμματά του, ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς! (Μέγας Σέρβος Θεολόγος και Ομολογητής της Ορθοδοξίας του εικοστού αιώνα), Bλέπε τίτλο: «Άνθρωπος και Θεάνθρωπος»).
[4] Προσφυγικό χωριό -πάλαι ποτέ Σέρντιβαν, σήμερα Μάνδρα- το οποίο έλκει την προγονική καταγωγική του από την Βιθυνία (επαρχία Νικομήδειας, περιφέρεια Αδά Παζάρ), ‘εκριζώθηκε’ το 1922 από την αλαργινή Ιωνία… και ‘μεταφυτεύτηκε’ στον Ελλαδικό/Θρακιώτικο χώρο – Ξανθιώτικο νότο το 1924.
[5] Λόφος με περίβλεπτη πανοραμική θέα, σε όλο το γύρω πεδινό τρίγωνο Μάνδρας-Κεσάνης-Βιστωνίδας: έναν εύφορο κάμπο με απέραντο πράσινο… μπροστά σε ένα Θρακικό πέλαγος με ‘απέραντο γαλάζιο’…!
[6] Ὑγροβιότοπος απερίγραπτης φυσικής ομορφιάς και βιοποικιλότητας, δίπλα στην λιμνοθάλασσα της Βιστωνίδας… κι’ αντίκρυ στο Θρακικό πέλαγος…!
[7] Όπως σημείωσα και σε προλαβούσα ανάρτηση, εκείνο που κάποτε γνωρίζαμε από τους σοφούς και φωτισμένους προγόνους μας, ότι «Τα αγαθά ΚΟΠΟΙΣ [με κόπους!] κτώνται…» προσπαθώντας έντιμα και φιλόπονα να το τηρήσουμε στην προσωπική μας ζωή, η αμοραλιστική εποχή μας το έχει παραλλάξει σε κάτι άλλο: «Τα αγαθά… ΚΟΛΠΟΙΣ [με κόλπα!] κτώνται…»!