Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης παρέστη στην εκδήλωση μνήμης που διοργάνωσε ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης για τη συμπλήρωση 50 ετών από το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, στο Προεδρικό Μέγαρο στη Λευκωσία. Στην ομιλία του ο Πρωθυπουργός ανέφερε:
«Μακαριότατε, φίλε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας, αγαπητέ μου Νίκο, κυρίες και κύριοι Υπουργοί και Βουλευτές, συμπατριώτες και αδερφοί μου της Κύπρου,
Είμαι σήμερα εδώ, βαθιά συγκινημένος, εκπροσωπώντας κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνα απανταχού της γης, για να επαναλάβω ενώπιόν σας δύο λέξεις που έχουν σφραγίσει τις ζωές μας: «Δεν ξεχνώ».
Αλλά και για να προσθέσω σε αυτές τρεις ακόμα: Ενωνόμαστε, επιμένουμε, αγωνιζόμαστε, με σχέδιο και συνεργασία, μέχρι την τελική δικαίωση.
Κυρίως, όμως, με ακλόνητη πίστη μέσα μας, γιατί είναι περίεργο πράγμα η καρδιά, όπως μας δίδαξε ο ποιητής Κώστας Μόντης. Όσο τη σπαταλάς, τόσο περισσότερη έχεις.
Έχοντας όπλο, λοιπόν, αυτή την περήφανη καρδιά και με οδηγό την ωριμότητα του χρόνου, συναντάμε τα 50 χρόνια εισβολής και κατοχής. Σε μία συγκυρία η οποία μας καλεί να μετρήσουμε τα βήματα που κάναμε μπροστά, ζυγίζοντας, ωστόσο, και τις στιγμές που μας κράτησαν πίσω, ώστε τα διδάγματα του χθες να γίνουν προτάγματα του σήμερα.
Σε μία μέρα όχι μόνο οδύνης γι΄ αυτούς που χάθηκαν και τιμής γι΄ αυτούς που έπεσαν, όσο σε μία αφετηρία νέας ορμής για τις εθνικές μας διεκδικήσεις.
Γυρίζουμε με περίσκεψη αλλά και με το βάρος του εθνικού αναστοχασμού σε εκείνες τις στιγμές που τόσο ακριβά πλήρωσαν η Ελλάδα και η Κύπρος, η Κύπρος και η Ελλάδα: στους επίορκους πραξικοπηματίες της χούντας, που άνοιξαν το δρόμο για το μεγάλο δράμα.
Όμως, ταυτόχρονα κοιτάμε μπροστά, αντλώντας δυνάμεις από την οδυνηρή εμπειρία που μεσολάβησε, ώστε τα λάθη να μην επαναλαμβάνονται και οι σκοτεινές ώρες να μην σκεπάζουν τις κατακτήσεις που ακολούθησαν.
Γιατί, ας μην ξεχνάμε, ότι στον μισό αιώνα που πέρασε αυτό το νησί στην άκρη της Μεσογείου έγινε μια σύγχρονη δημοκρατία, στάθηκε όρθιο απέναντι στις ολέθριες συνέπειες του «Αττίλα». Έχοντας στο πλευρό της την Αθήνα, η Λευκωσία διατήρησε ζωντανό εδώ και σχεδόν τρεις γενιές το αίτημα της επανένωσης της χώρας.
Στο μεταξύ, η Κύπρος, με τη βοήθεια της Ελλάδας, έγινε μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας, με την οικονομία της να αναπτύσσεται συνεχώς, ξεπερνώντας πολλαπλές κρίσεις, βελτιώνοντας την καθημερινότητα της κοινωνίας της.
Η πληγή, ωστόσο, εξακολουθεί να αιμορραγεί. Ο βορράς του τόπου μένει αιχμάλωτος της κατοχής. Η γη της Αφροδίτης παραμένει διχοτομημένη. Υπάρχουν ακόμα αγνοούμενοι και πρόσφυγες. Ενώ εδώ κοντά συνεχίζει να προκαλεί το μόνο τείχος του καιρού μας, το οποίο διχοτομεί μια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα.
Πρόκειται για μια φωτογραφία ενοχής αυτών που το προκάλεσαν, ταυτόχρονα, όμως, και μια απόδειξη ανοχής όσων επιτρέπουν να διατηρείται ακόμα. Είναι μια ανοχή που δεν πρέπει να καταλήξει σε λήθη.
Απέναντι σε όλα αυτά, η θέση μας είναι σαφής: Δεν αποδεχόμαστε τετελεσμένα και η επιδίωξή μας παραμένει μια: η Κυπριακή Δημοκρατία με μία κυριαρχία, μία διεθνή προσωπικότητα και μία ιθαγένεια σε μία Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, σε ένα ενιαίο Κράτος όπου όλοι οι πολίτες θα είναι και Κύπριοι και Ευρωπαίοι, χωρίς ξένο στρατό κατοχής, χωρίς αναχρονιστικές εγγυήσεις, όπως ακριβώς το προβλέπουν τα ψηφίσματα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών αλλά και ο σεβασμός στο ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Στην προοπτική αυτή, οι δύο εθνικοί πόλοι είμαστε πιο ενωμένοι όσο ποτέ, κάτι που -πρέπει να το παραδεχθούμε- δεν υπήρξε ανέκαθεν σταθερό δεδομένο στον κοινό αγώνα.
Τώρα, όμως, η εμπειρία μας «χαλύβδωσε» τη συνεργασία. Αθήνα και Λευκωσία απορρίπτουμε το χρεοκοπημένο δόγμα ότι η ακινησία παράγει κίνηση. Ούτε, βέβαια, συμβιβαζόμαστε με την μοιρολατρική διαπίστωση πως κάθε νέος χρόνος θα είναι ίδιος ή χειρότερος από τον προηγούμενο -και είμαι σίγουρος ότι τα λόγια αυτά εκφράζουν απόλυτα και τον καλό μου φίλο Νίκο.
Θεωρούμε ότι η ελληνοτουρκική προσέγγιση βοηθάει και στην πρόοδο του Κυπριακού. Την ίδια ώρα, όμως, στο πλαίσιο του διαλόγου, αναδεικνύουμε συστηματικά το εθνικό μας θέμα.
Και είμαι ειλικρινής, και προς την Άγκυρα, αλλά και προς κάθε κατεύθυνση: το γεγονός ότι συζητούμε δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε και πολύ περισσότερο ότι υποχωρούμε.
Το αντίθετο θα έλεγα. Η Ελλάδα πλέον συνομιλεί με όλους ως ένα κράτος ισχυρό σε όλα τα πεδία: οικονομικά, πολιτικά, στρατιωτικά, διπλωματικά.
Δεν υπάρχει, συνεπώς, άλλος δρόμος από αυτόν τον οποίον συμμερίζεται και ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, όπως διαπίστωσα και στην τελευταία μας συνάντηση, πριν από λίγες μέρες. Ο δρόμος, δηλαδή, της επανεκκίνησης των συνομιλιών με βάση τις προτάσεις που θα καταθέσει η Ειδική Απεσταλμένη, η κυρία Holguín.
Άλλωστε, μόνο όποιος δεν έχει δίκιο, μόνο όποιος δεν έχει επιχειρήματα αποφεύγει τον διάλογο. Όταν, μάλιστα, προσχωρεί και σε προκλήσεις, τότε επιβαρύνει ακόμα περισσότερο το κλίμα.
Αναφέρομαι ασφαλώς σε μια κατεύθυνση από την οποία δεν μπορεί να απουσιάζει και η Ευρώπη γιατί η Κύπρος αποτελεί πλέον κομμάτι της, αποτελεί το φυσικό της ανατολικό σύνορο.
Έτσι, κάθε απειλή εναντίον της γίνεται ταυτόχρονα κίνδυνος για την ήπειρό μας αλλά και για όλο τον δυτικό κόσμο. Δεν είναι τυχαίο, μάλιστα, ότι προ ημερών η επανεκλεγείσα Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κυρία Roberta Metsola, τάχθηκε ρητά υπέρ της ενιαίας και ελεύθερης Κύπρου.
Το ίδιο έπραξε και σήμερα με δήλωση της η επανεκλεγείσα Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κυρία Ursula von der Leyen.
Κυρίες και κύριοι, πριν από 50 χρόνια τα όμορφα νερά της Κερύνειας βεβηλώθηκαν και τον γαλάζιο ουρανό της Μεγαλονήσου τον σκέπασαν τα γκρίζα αεροπλάνα των εισβολέων.
Έτσι, το χρυσοπράσινο φύλλο της Μεσογείου πατήθηκε, με βαρύ τίμημα χιλιάδες νεκρούς και αγνοούμενους, με εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνοκύπριους εκτοπισμένους από τον ίδιο τους τον τόπο. Με την Λευκωσία ακρωτηριασμένη. Με την φυλακισμένη Αμμόχωστο να ανασαίνει ακόμα βαριά, δίπλα στα ερείπια της. Ένα εθνικό τραύμα που πονά και θα πονά.
Όμως, όπως είπα, δεν είμαστε εδώ, σήμερα, μόνο για να θρηνήσουμε και για να τιμήσουμε. Είμαστε εδώ για να αγωνιστούμε και να δικαιωθούμε. Να μετατρέψουμε το θυμό και τη θλίψη μας σε ρεαλιστική ενέργεια, προβάλλοντας το Κυπριακό ως μία εκκρεμότητα που προσβάλλει τη διεθνή νομιμότητα, ως ένα απαράδεκτο παράδειγμα εισβολής και κατοχής, κάτι που δυστυχώς και στις μέρες μας βρίσκει αυταρχικούς μιμητές, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ουκρανία.
Όμως, κυρίες και κύριοι, στην εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου δεν επιτρέπονται δύο μέτρα και δύο σταθμά. Γι΄ αυτό κι ενώ δεν τρέφω ψευδαισθήσεις, θεωρώ ότι καμία μάχη δεν χάνεται αν πρώτα δεν δοθεί.
Έχω εμπιστοσύνη και στο Δίκαιο, αλλά κυρίως έχω αυτοπεποίθηση στις θέσεις μας, γιατί υπάρχει πάντοτε ελπίδα. Υπάρχει πάντοτε ελπίδα, όσο τα τετελεσμένα στο έδαφος δεν γίνονται τετελεσμένα στην καρδιά του Ελληνισμού, ούτε όμως και της διεθνούς κοινότητας, η οποία, όπως βλέπουμε, εξακολουθεί και αντιδρά και να μην αναγνωρίζει αυτό το τεχνητό κατασκεύασμα στο κατεχόμενο τμήμα του νησιού.
Αργά ή γρήγορα η Τουρκία οφείλει να αντιληφθεί πως οι φιλοδοξίες της δεν μπορούν να ταυτίζονται με «μαύρες» επετείους, με εμπρηστικές δηλώσεις που παρουσιάζουν την πολύ σημαντική, κ. Πρόεδρε, συμβολή της Κύπρου στην ανθρωπιστική βοήθεια προς τη Γάζα, ως δήθεν κίνδυνο για την ασφάλειά της, με ψηφίσματα, τα οποία καλούν σε διχασμό. Και, βεβαίως, δεν μπορούμε να αγνοούμε το γενικό αίτημα για δικοινοτικές συνομιλίες στο δρόμο της επίλυσης του Κυπριακού.
Χωρίς, λοιπόν, να λείπει το συναίσθημα -πώς θα μπορούσε άλλωστε σε μία μέρα όπως η σημερινή;- Αθήνα και Λευκωσία οφείλουμε να δούμε με πραγματισμό την κατάσταση σήμερα. Τα δύο κράτη μας ανήκουν στον δυτικό κόσμο, συμβαδίζουν με πυξίδα τις αξίες του.
Γνωρίζουμε τις δυσκολίες που συναντά συχνά το εθνικό μέτωπο. Κάθε λύση άλλωστε, το ξέρουμε, προϋποθέτει και γενναίες και τολμηρές αποφάσεις. Γι΄ αυτό και ποτέ δεν πρέπει να ξεχωρίζουμε όσους μάχονται και διεκδικούν σε λιγότερο ή περισσότερο πατριώτες. Είναι όλοι, είμαστε όλοι, πιστεύω, στο ίδιο μετερίζι και για τον ίδιο σκοπό.
Ελλάδα και Κύπρος συνεχίζουμε έτσι την κοινή μας προσπάθεια, έχοντας όχημα τους αδερφικούς δεσμούς μας, την παρουσία μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και στα διεθνή φόρα, και προφανώς με τον διαρκή συντονισμό των ενεργειών μας.
Πάντοτε με εσάς, φίλε Πρόεδρε, να έχετε τον πρώτο λόγο, αλλά με την Ελλάδα να στέκεται σταθερά και ενεργά στο πλευρό σας. Σε ένα ρόλο που δεν είναι μόνο δική μου επιλογή, είναι επιλογή του έθνους, είναι τελικά επιλογή της ίδιας της ιστορίας.
Με αυτές τις λίγες σκέψεις, επιτρέψτε μου να κλείσω τον χαιρετισμό μου στη σημερινή μας σύναξη, όχι με ένα ακόμα σύνθημα, αλλά με μία δέσμευση: Ο Ελληνισμός δεν θα πάψει να αγωνίζεται μέχρι να επανενωθεί η Κύπρος, μέχρι να επουλωθούν οι πληγές και να γυρίσει η σταθερότητα και η ειρήνη στη Μεγαλόνησο, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή.
Γιατί μπορεί «η μνήμη όπου και να την αγγίξεις πονεί», όπως έγραφε ο Σεφέρης, όμως κι εκείνος ήταν βέβαιος, όπως όλοι μας, «στην Κύπρο το θαύμα λειτουργεί ακόμη».
Σας ευχαριστώ».
Νωρίτερα ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε κατ΄ ιδίαν συνάντηση με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη. Κατά την έναρξη της συνάντησής τους είχαν τον παρακάτω διάλογο:
Νίκος Χριστοδουλίδης: Αγαπητέ κ. Πρωθυπουργέ, φίλε Κυριάκο, θέλω να σε ευχαριστήσω γι΄ αυτή την ιστορική -γιατί πρόκειται για ιστορική- επίσκεψη, την πρώτη Έλληνα Πρωθυπουργού στις επετειακές εκδηλώσεις για καταδίκη του προεδρικού πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής.
Η παρουσία σου εδώ δεν είναι μόνο συμβολικής σημασίας, είναι περισσότερο ουσιαστικής και -μπορώ να μιλήσω από την εμπειρία μου αυτούς τους μήνες που είμαι στην Προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας- θεωρώ ότι αντανακλά και το επίπεδο των σχέσεων των δύο χωρών, αλλά και της προσωπικής μας σχέσης, μιας σχέσης που ίσως για πρώτη φορά σε τέτοιο βαθμό υπάρχει αυτή η ειλικρίνεια, ο αλληλοσεβασμός, η συζήτηση όλων των θεμάτων, όπως αρμόζει σε δύο αδελφικά κράτη, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος.
Η σημερινή μέρα είναι ημέρα μνήμης, είναι ημέρα τιμής, την ίδια στιγμή όμως είναι και ημέρα περισυλλογής. Πενήντα χρόνια είναι πολλά, είναι πάρα πολλά και ως πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας που γεννήθηκα λίγο πριν την εισβολή, μεγάλωσα σε μία πατρίδα υπό κατοχή, νιώθω έντονα την υποχρέωση να πράξω ό,τι είναι δυνατό, για τις δυσκολίες, τα προβλήματα, έτσι ώστε να τερματιστεί αυτή η επικίνδυνη και απαράδεκτη κατάσταση πραγμάτων και να επανενώσουμε τον τόπο μας.
Και πραγματικά πιστεύω ότι, ναι, μπορούμε να φτάσουμε στην πολυπόθητη απελευθέρωση, την επανένωση της πατρίδας μας, όπως βλέπουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τις λύσεις, έχει τις απαντήσεις, ακόμη και στα πιο δύσκολα θέματα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Θέλω να σε καλωσορίσω στην Κύπρο, να σε ευχαριστήσω και πάλι για την εδώ παρουσία σου.
Οι επόμενοι μήνες είναι κρίσιμοι, οι επόμενοι μήνες θα είναι δύσκολοι, τους επόμενους μήνες θα λάβουμε ενδεχομένως κρίσιμες και τολμηρές αποφάσεις. Είμαστε έτοιμοι να γράψουμε ιστορία και να επανενώσουμε τον τόπο μας, να επανενώσουμε την Κύπρο, πάντα στη βάση του συμφωνημένου πλαισίου.
Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι ένα κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θα συνεχίσει να είναι και μετά την λύση του Κυπριακού, και θα μπορεί με την επανένωση, με την επίλυση, να αξιοποιήσει το σύνολο των δυνατοτήτων της. Καλωσόρισες.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Αγαπητέ κύριε Πρόεδρε, αγαπητέ μου Νίκο, με αισθήματα βαθιάς συγκίνησης βρίσκομαι σήμερα στην Κύπρο, εκπροσωπώντας τις Ελληνίδες και τους Έλληνες απανταχού της γης σε μια ημέρα με πολύ βαρύ συμβολισμό, για να στείλουμε και εμείς το μήνυμα μαζί με εσάς, ότι δεν ξεχνούμε αυτό το οποίο έγινε πριν από 50 χρόνια.
Εσύ μόλις είχες γεννηθεί, εγώ ήμουν λίγο μεγαλύτερος αλλά μια από τις πρώτες αναμνήσεις μου, 6 χρονών παιδί ήμουν, ήταν οι αναμνήσεις από τον «Αττίλα», χαραγμένες για πάντα στην μνήμη μου, όπως είναι χαραγμένα εκείνα τα γεγονότα όλου του Ελληνισμού.
Είμαι εδώ για να δηλώσω κατηγορηματικά και απερίφραστα την αμέριστη στήριξη της Ελλάδας στην Κύπρο, την αμέριστη στήριξη μας στη νέα προσπάθεια η οποία πρέπει να γίνει για να επανενωθεί το νησί στα πλαίσια των αποφάσεων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και να κλείσει επιτέλους αυτή η πληγή.
Θέλω να εξάρω κι εγώ το επίπεδο των πολιτικών αλλά και προσωπικών μας σχέσεων. Θεωρώ ότι πρέπει να είμαστε ειλικρινείς, ότι αυτό δεν συνέβαινε πάντα σε αυτόν τον βαθμό τα τελευταία 50 χρόνια.
Είναι απαραίτητη προϋπόθεση, όμως, για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε μαζί μπροστά, με έναν νέο ρεαλισμό, αναστοχαζόμενοι και αυτά τα οποία έγιναν τα παιδικά χρόνια, μαθαίνοντας όλοι από τα λάθη μας αλλά και απόλυτα αφοσιωμένοι στην επιμονή μας να μην κάνουμε την ακινησία μια νέα πραγματικότητα και να μην ξεχαστεί ποτέ αυτό το οποίο έγινε πριν από 50 χρόνια. Νομίζω ότι έχουμε μια υποχρέωση στον Ελληνισμό να κάνουμε ακόμα μια μεγάλη προσπάθεια για να λυθεί επιτέλους αυτό το ζήτημα.
Θα έχουμε, όπως είπες, στο πλευρό μας και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αξιολογώ ως πολύ σημαντική και την δήλωση της Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αλλά και την δήλωση της Προέδρου της Επιτροπής σήμερα που στέκονται στο πλευρό της Κύπρου, ενθαρρύνοντας όλα τα μέρη να ξεκινήσουν και πάλι τις συζητήσεις. Οι επόμενοι μήνες, όντως, θα είναι κρίσιμοι, και, όπως είπα, η στήριξη της Ελλάδος σε αυτή την προσπάθεια θα είναι όχι απλά δεδομένη αλλά θα είναι και αμέριστη.
Και πάλι ευχαριστώ εκ μέρους της συζύγου μου αλλά και όλων των Ελληνίδων και όλων των Ελλήνων για την μεγάλη τιμή να βρίσκομαι σήμερα σε αυτή την τόσο σημαδιακή μέρα, μαζί σας.
Και νομίζω ότι έχει και μια αξία να είναι μια αντίστιξη μεταξύ σεμνότητας αυτής της τελετής η οποία θα λάβει χώρα σε λίγο και αυτών που έγιναν στο βόρειο τμήμα του νησιού σήμερα το πρωί.
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής τους στο Προεδρικό Μέγαρο της Κύπρου ο Πρωθυπουργός και η σύζυγός του Μαρέβα Γκραμπόφσκι – Μητσοτάκη ξεναγήθηκαν στο έργο «Νήματα», που έχει επιμεληθεί το Υφυπουργείο Πολιτισμού της Κυπριακής Δημοκρατίας.