Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου εγκαινίασε την έκθεση του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης «ΚΑΛΛΟΣ. Η Υπέρτατη Ομορφιά».
Ακολουθεί ο χαιρετισμός που απηύθυνε η κυρία Σακελλαροπούλου:
«Με ιδιαίτερη χαρά εγκαινιάζω σήμερα την σπουδαία έκθεση «Κάλλος – η υπέρτατη ομορφιά» του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης. Τριακόσιες και πλέον εμβληματικές αρχαιότητες από την Ελλάδα και το εξωτερικό, δείγματα αυτής της πολύπτυχης και πολυδιάστατης έννοιας που σφράγισε την καθημερινή ζωή των προγόνων μας ως αναγκαία της συνθήκη, κίνησε την πένα των επικών και λυρικών ποιητών, και αποκρυσταλλώθηκε στα κείμενα των φιλοσόφων του πέμπτου και του τέταρτου αιώνα π.Χ., οι οποίοι το συνέδεσαν όχι μόνο με την φυσική εμφάνιση, αλλά και με τις αρετές της ψυχής.
Το κάλλος είναι η εικόνα του απόλυτου. Είναι ένα μυστήριο που δύσκολα προσεγγίζεται. Ο Πλάτων ανάγει και υποτάσσει το κάλλος στην καλοσύνη, όπως ο Σωκράτης το ανήγαγε στην αρετή. Ο Πλωτίνος προσέδωσε μυστικιστική προοπτική στην αισθητική εμπειρία, βλέποντάς την ως αποκλειστικό εφόδιο για την αναγωγή στην υπερβατική πραγματικότητα. Αιώνες αργότερα, στο έργο του Υπερίων, ο Χαίλντερλιν παρουσίασε το κάλλος ως ιδιότητα θεϊκή, πρωτότοκο τέκνο της οποίας είναι η τέχνη και δευτερότοκο η θρησκεία. Όλοι, ποιητές, φιλόσοφοι, στοχαστές συμφωνούν: το κάλλος δεν είναι έννοια που ταυτίζεται αποκλειστικά με την ωραιότητα της μορφής. Δεν είναι μόνο η ομορφιά, όπως την αντιλαμβανόμαστε διά των αισθήσεων. Είναι μια εσωτερική κατάσταση, που αντανακλά στην μορφή.
Η περιήγηση σ’ αυτήν την θαυμαστή έκθεση που φιλοξενεί το Κυκλαδικό Μουσείο αφυπνίζει τον επισκέπτη στη ζωογόνο δύναμη της ομορφιάς. Παρουσιάζοντας τις εκφάνσεις του κάλλους στην αρχαία τέχνη, κάλλους αρχαϊκού και κλασικού, θεϊκού, ανθρώπινου, αθλητικού, ηρωικού, ακόμη και δαιμονικού, μας παραπέμπει στο πρότυπο του καλού καγαθού, του συνδυασμού της σωματικής ρώμης και της ευμορφίας με την χρηστότητα. Μας εισάγει στον τρόπο με τον οποίο επένδυαν το κάλλος οι διαφορετικές εποχές της αρχαιότητας, δίνοντας έμφαση στα σύμβολά του (η αρχαϊκή), στο ήθος που αποπνέει (η κλασική), ή στο πάθος (η ελληνιστική). Και μας προσφέρει την πανοραμική θέαση ενός ιδεώδους που βρήκε την εντελή του αναπαράσταση στην τέχνη και αντιμετωπίστηκε με δέος και σεβασμό από τους αρχαίους στην καθημερινότητά τους. Ίσως γιατί πίστευαν πως οποιαδήποτε ύβρις προς το κάλλος, εσωτερικό ή εξωτερικό, προκαλεί την απώλειά του.
Θέλω να συγχαρώ θερμά τον διευθυντή του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης καθηγητή Νικόλαο Σταμπολίδη, τον επιμελητή αρχαιοτήτων Ιωάννη Φάππα και όλους όσοι εργάστηκαν για την πραγματοποίηση αυτής της ιδιαίτερα σημαντικής έκθεσης. Δεν μας πρόσφεραν μόνο μια σπάνια ευκαιρία να γνωρίσουμε εκπληκτικής αρτιότητας έργα από την Ελλάδα και την Ιταλία, αλλά δημιούργησαν ένα εξαιρετικό αφήγημα που αποτυπώνει την επικοινωνία ανάμεσα στον αισθητό κόσμο και τον κόσμο των ιδεών».