Οι εμβολιασμοί θεωρούνται ένα από τα πιο αποτελεσματικά μέτρα πρόληψης των λοιμωδών νοσημάτων, με μια μακρά ιστορία που ανάγεται πίσω στo 1714 με τη δημοσίευση των πρώτων επιστημονικά τεκμηριωμένων μελετών των Εμμανουήλ Τιμόνη και Ιάκωβου Πυλαρινού για την εφαρμογή του εμβολιασμού έναντι της ευλογιάς με την τότε ονομασία «ευλογιασμός». Ακολούθησε το περισσότερο γνωστό επιστημονικό πείραμα του Edward Jenner το 1798 που καθιέρωσε τη μέθοδο του εμβολιασμού ως μέτρο προφύλαξης από την ευλογιά.
Γράφει η κα Χ. Περδικογιάννη, Επίκουρος Καθηγήτρια Παιδιατρικής
Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Η εμπειρία της επιστημονικής κοινότητας είναι μεγάλη όσον αφορά την τεκμηρίωση για τα οφέλη του εμβολιασμού στη Δημόσια Υγεία, που συνοψίζονται στην αποτελεσματική πρόληψη με στόχο την εξάλειψη νοσημάτων, στη μείωση των δυνητικά σοβαρών επιπλοκών από τη φυσική νόσηση και στην εξασφάλιση της «ανοσίας αγέλης» και προστασίας των ευάλωτων ατόμων που δεν μπορούν να εμβολιαστούν.
Η ιστορία της αμφισβήτησης των εμβολίων βαίνει παράλληλα με την ιστορία της καθιέρωσής τους. Από τις πρώτες αντιδράσεις κατά του υποχρεωτικού εμβολιασμού της ευλογιάς με τα διαθέσιμα μέτρα προπαγάνδας της εποχής του Jenner, που εξαπλώθηκαν γρήγορα σε Ευρώπη και Αμερική, τα μέσα άσκησης της κριτικής έχουν αλλάξει. Καταλυτικό ρόλο διαδραμάτισε η μαζική χρήση του διαδικτύου στη διάδοση πληροφορίας και απόψεων, το οποίο δεν θα μπορούσε παρά να χρησιμοποιηθεί για την προώθηση του σκεπτικισμού έναντι των εμβολίων.
Ο όρος «αντιεμβολιαστικό κίνημα» τείνει πλέον να αντικατασταθεί από τον όρο «δισταγμός για τα εμβόλια» (“vaccine hesitancy”). Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο δισταγμός για τα εμβόλια επηρεάζεται από τη διαμόρφωση συμπεριφορών έλλειψης εμπιστοσύνης για την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια των εμβολίων, αλλά και γενικότερα για τα Συστήματα Υγείας και τις πρακτικές της Δημόσιας Υγείας, την πεποίθηση ότι τα εμβόλια δεν είναι απαραίτητα καθώς τα νοσήματα που προλαμβάνονται με εμβόλια τείνουν να εκλείψουν, ενώ σκεπτικισμό προκαλεί και η ευκολία πρόσβασης στα εμβόλια.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα Διπλωματικής εργασίας στα πλαίσια του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης «Εμβόλια και Πρόληψη Λοιμώξεων σε Παιδιά και Εφήβους», που αναζήτησε τις αντιεμβολιαστικές τάσεις στο ελληνικό διαδίκτυο, η πλειοψηφία των ελληνικών αντιεμβολιαστικών ιστοσελίδων καταγράφει αντιρρήσεις γενικά για όλα τα εμβόλια και ειδικά για την ασφάλειά τους (πρόκληση σοβαρών νόσων, αυτισμού, επιβάρυνση του ανοσοποιητικού συστήματος, θανάτων), ενώ θέτει και θέματα εμπιστοσύνης σε αρχές, ιατρούς και φαρμακοβιομηχανία.
Οι ιστοσελίδες σε ελληνική γλώσσα στο διαδίκτυο παρουσιάζουν ομοιότητες με αντίστοιχες ξενόγλωσσες ιστοσελίδες, μια και στην πλειονότητά τους αναπαράγουν υλικό από αυτές. Καταλήγει κανείς σε αυτές αν κάνει στοχευμένη αναζήτηση για συγκεκριμένα εμβόλια και συγκεκριμένες, τις πιο «διάσημες», ανεπιθύμητες αντιδράσεις και το περιεχόμενό τους παραπέμπει σε συνδέσμους αντίστοιχου περιεχομένου και όχι σε ιστοσελίδες ιατρικής ενημέρωσης για τα εμβόλια. Συχνά γίνεται επίκληση στο συναίσθημα με τη χρήση σχετικών όρων και εικόνων.
Παρακάτω ακολουθούν μερικά από τα συνήθη επιχειρήματα των διστακτικών γονιών και των αμφισβητιών των εμβολίων και οι επιστημονικές απαντήσεις τους.
▪ Τα λοιμώδη νοσήματα υποχωρούν λόγω βελτίωσης των κοινωνικο-οικονομικών συνθηκών και των μέτρων υγιεινής και όχι λόγω της συστηματικής εφαρμογής των εμβολιασμών
Είναι αλήθεια ότι η τήρηση των κανόνων υγιεινής έχει συμβάλει σημαντικά μαζί με τον εμβολιασμό στη μείωση της εξάπλωσης των λοιμωδών νοσημάτων. Η εισαγωγή όμως των εμβολίων ήταν αυτή που συνέβαλε ουσιαστικά στη μείωση της συχνότητας των νοσημάτων, όπως αυτό φαίνεται με το παράδειγμα εμβολίων που εφαρμόστηκαν σε εποχές και χώρες με υψηλό επίπεδο συνθηκών υγιεινής (εμβολίου αιμόφιλου της γρίπης Β, ανεμευλογιάς). Σύμφωνα με την εκτίμηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, τα εμβόλια έχουν αποτρέψει τουλάχιστον 10.000.000 θανάτους από λοιμώδη νοσήματα παγκοσμίως μεταξύ 2010 και 2015.
▪ Τα νοσήματα που προλαμβάνονται με τα εμβόλια έχουν εκλείψει και δεν υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω συνέχιση των εμβολιασμών
Για να επιτευχθεί μείωση της συχνότητας των νοσημάτων που προλαμβάνονται με εμβόλια η εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού πρέπει να υπερβαίνει το 90%. Η ελάττωση του ποσοστού των εμβολιασμένων αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο επανεμφάνισης ξεχασμένων νοσημάτων και επιδημιών. Tα παθογόνα που προκαλούν λοιμώξεις που προλαμβάνονται με εμβόλια δεν έχουν εξαφανιστεί.
Ιστορικά παραδείγματα: Στην Αγγλία, το 1974, η απόσυρση του εμβολίου για τον κοκκύτη και στην Ιαπωνία η μείωση του εμβολιασμού για τον κοκκύτη <40% την ίδια χρονική περίοδο είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση πολλών χιλιάδων κρουσμάτων και δεκάδων θανάτων. Πιο πρόσφατο παράδειγμα, η επανεμφάνιση 140.000 κρουσμάτων διφθερίτιδας και 4.000 θανάτων στη Ρωσία την δεκαετία του 1990 μετά από δραματική μείωση της εμβολιαστικής κάλυψης για τη νόσο και η εμφάνιση κρουσμάτων ιλαράς και επιδημιών σε ανεμβολίαστους πληθυσμούς.
▪ Η φυσική νόσηση είναι προτιμότερη γιατί ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα
Η φυσική νόσηση προκαλεί ισχυρή ανοσιακή απάντηση με τίμημα την πιθανότητα σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών από νοσήματα που θα μπορούσαν να έχουν προληφθεί. Οι κίνδυνοι από την ίδια τη νόσο είναι μεγαλύτεροι από την πιθανότητα ανεπιθύμητων ενεργειών στα εμβόλια. Επιπλέον, η έλλειψη προσωπικής εμπειρίας από μεταδοτικά νοσήματα των νεώτερων γονιών, ενισχύει την άποψη υπέρ της φυσικής νόσησης
▪ Τα μη εμβολιασμένα παιδιά προστατεύονται μέσω του εμβολιασμού των υπολοίπων
Κάθε ανεμβολίαστο παιδί είναι δυνητικά εκτεθειμένο στον κίνδυνο μιας λοίμωξης που θα μπορούσε να έχει προληφθεί με εμβόλιο και στις επιπλοκές της και αυτό πρέπει να γίνεται σαφές στο γονιό που το θέτει ως επιχείρημα. Τα ανεμβολίαστα παιδιά παραμένουν επίνοσα παρά τον εμβολιασμό του περιβάλλοντός τους.
▪ Τα πολλά εμβόλια που χορηγούνται ταυτόχρονα στα σύγχρονα εμβολιαστικά προγράμματα καταπονούν το ανοσοποιητικό σύστημα του βρέφους
Το βρέφος διαθέτει ένα πολύ καλά εκπαιδευμένο ανοσοποιητικό σύστημα ικανό να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις πολλαπλών αντιγόνων ταυτόχρονα. Τα αντιγόνα των εμβολίων αποτελούν ένα μικρό μέρος των αντιγόνων με τα οποία το βρέφος έρχεται σε επαφή καθημερινά μέσω της τροφής, της έκθεσης στο περιβάλλον, τις λοιμώξεις ή τον αποικισμό του εντερικού σωλήνα στη γέννηση.
Τα εμβόλια αποδεδειγμένα με πολλές καλοσχεδιασμένες μελέτες δεν καταπονούν το ανοσοποιητικό σύστημα του βρέφους, ούτε αυξάνουν τις λοιμώξεις ή τον κίνδυνο αλλεργικών εκδηλώσεων. Να σημειωθεί δε ότι τα σύγχρονα εμβόλια περιέχουν ελάχιστα αντιγόνα.
▪ Τα εμβόλια μπορεί να προκαλέσουν νόσο αντί να προστατεύσουν από αυτήν
Αυτό δεν ισχύει για τα αδρανοποιημένα εμβόλια, ενώ τα ζωντανά εμβόλια (MMR, ανεμευλογιάς) μπορεί να προκαλέσουν ήπια συμπτώματα παρόμοια με αυτά της νόσου σε υγιή παιδιά της κοινότητας.
▪ Τα εμβόλια ελέγχονται επαρκώς πριν την κυκλοφορία τους;
Η διαδικασία ελέγχου πριν την κυκλοφορία είναι πολύ συστηματική, αυστηρή και χρονοβόρα. Απαιτεί περίπου μια δεκαετία. Η επιτήρηση της ασφάλειας συνεχίζεται και μετά την κυκλοφορία και οι ανεπιθύμητες αντιδράσεις καταγράφονται και εξετάζονται συστηματικά. Η χρονική συσχέτιση μιας αντίδρασης σε ένα εμβόλιο δεν σημαίνει απαραίτητα και αιτιολογική συσχέτιση και το ενδεχόμενο αυτό ελέγχεται σχολαστικά.
▪ Τα εμβόλια έχουν σοβαρές παρενέργειες
Οι συνήθεις ανεπιθύμητες ενέργειες είναι ήπιες και αντιμετωπίσιμες. Εξαιρετικά σπάνιες είναι οι σοβαρές αναφυλακτικές αντιδράσεις.
▪ Τα εμβόλια προκαλούν αυτισμό και έχουν βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες σοβαρές συνέπειες για την υγεία
Η ιστορία της συσχέτισης του εμβολίου της ιλαράς με τον αυτισμό ξεκίνησε από την περίφημη πια μελέτη του Βρετανού γαστρεντερολόγου Α. Wakefield, που δημοσιεύτηκε στο Lancet το 1997. Η μελέτη αυτή, τελικά, αποσύρθηκε καθώς είχε σοβαρές μεθοδολογικές ελλείψεις και αμφισβητήθηκε η αξιοπιστία της, ενώ ο ίδιος ο συγγραφέας έχασε την άδεια σκήσεως επαγγέλματός του, καθώς κατηγορήθηκε και για χρηματισμό.
Η ιστορία αυτή άνοιξε τον ασκό του Αιόλου για μια σειρά από παρερμηνείες που οδήγησαν σε αντιπαραθέσεις, αμφισβήτηση, δισταγμό ή και άρνηση όχι μόνο του συγκεκριμένου αλλά όλων των εμβολίων. Μελέτες που διαχρονικά διεξάγονται για πιθανή συσχέτιση του εμβολίου της ιλαράς και άλλων εμβολίων με αυτισμό και άλλα χρόνια νοσήματα (άσθμα, ΣΔ, σύνδρομο αιφνιδίου βρεφικού θανάτου) έχουν καταρρίψει επιστημονικά αυτούς τους ισχυρισμούς.
▪ Τα εμβόλια περιέχουν πρόσθετες ουσίες επιβαρυντικές για τον οργανισμό, όπως υδράργυρο, αλουμίνιο
Για την παρασκευή και συντήρηση των εμβολίων χρησιμοποιούνται πρόσθετες ουσίες. Μικρές ποσοότητες αντιβιοτικών χρησιμοποιούνται για την πρόληψη των επιμολύνσεων, gelatin, αλβουμίνη, σουκρόζη, λακτόζη, γλυκίνη για τη διατήρηση της αποτελεσματικότητάς τους κατά τη φύλαξη, φορμαλδεϋδη σε ελάχιστες ποσότητες, που θεωρούνται ασφαλείς.
Η θειομερσάλη, για την οποία έχουν γραφτεί πολλά, είναι αιθυλυδράργυρος που θεωρείται αβλαβής. Τοξική μορφή αποτελεί ο μεθυλυδράργυρος που δεν περιέχεται στα εμβόλια. Παρόλα αυτά, υπό την πίεση της έντονης αμφισβήτησης της ασφάλειας των εμβολίων, η θειομερσάλη έχει αφαιρεθεί από όλα τα εμβόλια.
Τα άλατα αλουμινίου που χρησιμοποιούνται ως συντηρητικό και ανοσοενισχυτικό έχουν κατηγορηθεί για ανεπιθύμητες ενέργειες χωρίς να υπάρχει μέχρι στιγμής αντίστοιχη επιστημονική τεκμηρίωση. Μάλιστα τα βρέφη που θηλάζουν μπορεί να προσλαμβάνουν περισσότερο αλουμίνιο με το μητρικό γάλα από ότι με τα εμβόλια.
Ο ρόλος του γιατρού – Η ευθύνη του γονιού
Οι περισσότερες αντιδράσεις προέρχονται από γονείς που ενδιαφέρονται για την υγεία των παιδιών τους και την ασφάλεια των εμβολίων.
Ο παιδίατρος και ο κάθε γιατρός που εμβολιάζει καλείται να προσεγγίσει το διστακτικό γονιό ή τον γονιό που αρνείται τον εμβολιασμό με τρόπο τέτοιο που να του δίνει τη δυνατότητα και το χρόνο να διατυπώσει τις απορίες και τους προβληματισμούς του και με τη σειρά του να απαντήσει πειστικά, επιστημονικά, με σαφήνεια αλλά και απλά.
Η γνώμη και ο τρόπος προσέγγισης του γιατρού έχει βρεθεί ότι είναι καθοριστικός παράγοντας αποδοχής των εμβολίων και για αυτό έμφαση δίδεται στη διαρκή εκπαίδευση των ιατρών που ασχολούνται με τους εμβολιασμούς.
Οι γονείς δεν αποφασίζουν αυθαίρετα για τον εμβολιασμό ή μη των παιδιών τους, αλλά στο πλαίσιο άσκησης της γονεϊκής μέριμνας που υπαγορεύει οι αποφάσεις τους να δικαιολογούνται από το αντικειμενικό συμφέρον του παιδιού και να λαμβάνονται μετά από έγκυρη ενημέρωση, που αποτελεί ευθύνη των γιατρών.
Υπάρχει Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών που διαμορφώνεται από την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών και διανέμεται από το Υπουργείο Υγείας. Περιλαμβάνει όλα τα εμβόλια που κυκλοφορούν με συγκεκριμένες ενδείξεις στις κατάλληλες ηλικίες. Η τήρηση του προγράμματος εμβολιασμών με όλες τις δόσεις που προβλέπονται για όλες τις ηλικίες, συμπεριλαμβανομένων και των ενηλίκων, είναι απαραίτητη για να διατηρηθεί το «τοίχος της ανοσίας» για τα νοσήματα που προλαβάνονται με εμβόλια.
Τα εμβόλια έχουν αποδείξει την αποτελεσματικότητα και την ασφάλειά τους στην πράξη. Το όφελος από τον εμβολιασμό καταργεί τους όποιους μικρούς κινδύνους, μια και τίποτα στην Ιατρική δεν είναι 100% ακίνδυνο. Απαραίτητη, όμως, προϋπόθεση για να είναι αποτελεσματικά είναι να εφαρμόζονται σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη μερίδα του πληθυσμού, αν όχι σε όλους.
Το να υπάρχει μια τέτοια δυνατότητα ιατρικής παρέμβασης, τόσο αποτελεσματικής όσο ο εμβολιασμός, και να μην αξιοποιείται στο μέγιστο βαθμό είναι εθύνη όλων. Το ίδιο θα έλεγε κανείς ότι ισχύει και για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης στους εμβολιασμούς που κερδίζεται καθημερινά.